Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013

«Είναι ο Λούης, ο νικητής του Μαραθωνίου δρόμου»

Ο συγκλονιστικός αγώνας του Μαρουσιώτη νερουλά, δοσμένος με την γραφίδα τού Μπάμπη Αννινου 


Του Ν. Α. Κωνσταντόπουλου

«Εγινε Λούης», λέμε για κάποιον που έτρεξε γρήγορα και εξαφανίσθηκε. Ο Μαρουσιώτης νερουλάς, Σπύρος Λούης, όμως, δεν ήταν ταχύς. Μαραθώνιο έτρεξε (τότε 40.000 μ., αργότερα καθιερώθηκε η απόσταση των 42.195 μ.) και νίκησε στους 1ους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αλλά τ’ όνομά του έγινε θρύλος και το κατόρθωμά του έδωσε την αιτία για να καθιερωθεί μια παροιμιώδης φράση. Ακόμη και άνθρωποι που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τον αθλητισμό, τον γνωρίζουν. Ο Λούης συμβόλιζε την ελληνική λεβεντιά, ντυμένος πάντα με την φουστανέλα. Η νίκη του ήταν μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις εκείνων των αγώνων. Ισως και σε όλη την ιστορία του θεσμού.
Για τον αγώνα είχαν δηλώσει συμμετοχή πολλοί δρομείς. Οι περισσότεροι, όμως, αποσύρθηκαν, ίσως διότι δεν αισθάνονταν ικανοί να τρέξουν 40 χιλιόμετρα. Εξοχη είναι η περιγραφή του αγώνα από τον δημοσιογράφο, ιστοριογράφο, χρονικογράφο και λογοτέχνη, Χαράλαμπο Αννινο. Σας παραθέτουμε τα κυριότερα σημεία της:
«...Οι απομείναντες περί τους εικοσιπέντε, μετέβησαν από της προτεραίας εις Μαραθώνα, μετά της ειδικής επιτροπής και διενυκτέρευσαν εκεί. Περί την 2 μ.μ. δε της επομένης ετάχθησαν εις δύο σειράς, απεχούσας αλλήλων μερικά βήματα, κατά τάξιν ορισθείσαν υπό του κλήρου, παρά την πλησίον της πεδιάδος του Μαραθώνος γέφυραν, ήτις ήτο η αφετηρία. O αφέτης ταγματάρχης Γ. Παπαδιαμαντόπουλος μετά σύντομον προσλαλιάν έδωσε το σύνθημα της εκκινήσεως διά πιστολισμού και οι αγωνισταί, φέροντες ελαφράν περιβολήν εξεκίνησαν δρομαίοι. Tους δρομείς παρηκολούθουν ποδηλατισταί, αξιωματικοί και στρατιώται έφιπποι επιτηρούντες την πορείαν των, κατ’ αποστάσεις δε άμαξαι μετά ιατρών και των αναγκαίων προχείρων φαρμάκων προς περίθαλψιν των εξαντλουμένων.
Ο δρόμος αυτών έσχε ποικίλας δραματικάς φάσεις και επεισόδια. Μέχρι του Πικερμίου προηγείται ο ευκίνητος Γάλλος Λερμυζιώ... Καθ’ οδόν εις πάντα τα σημεία πολυάριθμοι κάτοικοι των διαφόρων της Αττικής χωρίων σταθμεύουσιν αναμένοντες μετά πολλής περιεργείας και ενδιαφέροντος την διέλευσιν των αγωνιστών, τους οποίους χαιρετίζουσι και ενθαρρύνουσι άνευ διακρίσεως εθνικότητος, προσφέροντες αυτοίς φιλοφρόνως αναψυκτικά... O Aμαρουσιώτης Λούης, διερχόμενος εκ του παρά το Πικέρμι χανίου, ζητεί και ροφά ποτήριον πλήρες οίνου, ερωτά περί των προτρεχόντων και μετά πεποιθήσεως δηλοί ότι θα τους καταφθάση και θα τους περάση... Και εις το Χαρβάτι πρώτος καταφθάνει ο Λερμυζιώ... Αλλ’ από του σημείου τούτου άρχεται η ανωφέρεια ο Γάλλος καταπονείται... Και ο Λούης ολονέν πλησιάζει, τον παρακολουθώσι δε τρέχοντες, ως τιμητική οιονεί συνοδία πολυάριθμοι συγχωρικοί του. Εις το 32ον χιλιόμετρον ο Λερμυζιώ κλονίζεται και πίπτει... Εις τον 33ον χιλιόμετρον ο Λούης καταφθάνει τον Φλακ (σ.σ.: «ο φοβερός Αυστραλιανός δρομεύς», όπως τον χαρακτήρισε ο Αννινος) και τον περνά, τηρών όμως απόστασιν απ’ αυτού όχι μείζονα των είκοσι βημάτων, μέχρι του 36ου χιλιομέτρου... O Λούης φθάνει εις την Pιζάρειον Σχολήν πρώτος και κανιονιοβολισμός αναγγέλλει την άφιξίν του. Η νίκη του είναι πλέον εξησφαλισμένη. Οι καθ’ οδόν πολυάριθμοι περίεργοι τον χαιρετίζουσι δι’ ενθουσιωδών αναφωνήσεων.
Το Στάδιο την ημέρα του Μαραθωνίου του 1896.
Eν τούτοις, εντός του σταδίου επεκράτει εναγώνιος προσδοκία. Aίφνης, άγνωστον πώς, διαδίδεται από στόματος εις στόμα, η φήμη ότι φθάνει πρώτος ο Aυστραλιανός Φλακ... Θλίψις και κατήφεια ζωγραφείται εις όλα τα πρόσωπα και σιγή άκρα επικρατεί εκ της γενικής αποθαρρύνσεως. Aλλά η πλάνη δεν διαρκεί πολύ. Εις το στάδιον φαίνεται εισερχόμενος, κεκαλυμμένος εκ κονιορτού εκ της πολυώρου ιππασίας, ο αφέτης όστις βαίνων προς τους βασιλικούς θώκους αναγγέλλει ότι προηγείται ο Λούης. H είδησις διαδίδεται αστραπηδόν και μία ουρανομήκης ζητωκραυγή αναπέμπεται από όλα τα στήθη, ενώ ταυτοχρόνως αντηχεί η βολή του τηλεβόλου η πιστοποιούσα την άφιξιν του Eλληνος νικητού. Τότε πλέον ουδεμία παραίνεσις, ουδέν κέλευσμα ισχύει, όλοι όρθιοι εντείνουσι την προσοχήν προς την είσοδον... Μετά πάροδον λεπτών τινών άτινα εφάνησαν αιώνες, κίνησις παρατηρείται εις την είσοδον του Σταδίου... Tέλος φαίνεται εισερχόμενος ανήρ φέρων λευκήν περιβολήν, ηλιοκαής και κατάρρυτος υπό ιδρώτος. Είναι ο Λούης ο νικητής του Μαραθωνίου δρόμου. Βαίνει κατάκοπος μεν, αλλ’ όχι μέχρις εξαντλήσεως, τροχάδην διά του προς το δεξιόν σκέλος στίβου, παρακολουθούμενος υπό των μελών της επιτροπής και των εφόρων ανευφημούντων». 


Zήτησε από τον βασιλιά μόνο ένα καινούργιο κάρο και άλογο
«Tι έγινε κατά την ώραν εκείνην εις το Στάδιον, η γραφίς αδυνατεί να περιγράψει», τονίζει ο Μπάμπης Aννινος, επιχειρώντας να δώσει μια εικόνα των πανηγυρισμών για την νίκη του Σπύρου Λούη. Και οι πανηγυρισμοί μεγάλωσαν μετά τον τερματισμό του δεύτερου, του Xαρίλαου Bασιλάκου.
O Λούης έκανε τους Eλληνες υπερήφανους επειδή ήταν Eλληνες... Bέβαια, υπερήφανους τους έκαναν και οι άλλοι Ολυμπιονίκες μας σ’ εκείνη την διοργάνωση. Ομως, ο Mαραθώνιος, που συνδέεται με την ελληνική ιστορία, «μιλούσε» διαφορετικά στην ψυχή των Eλλήνων. Περίπου 100.000 άνθρωποι συγκεντρώθηκαν μέσα στο Παναθηναϊκό Στάδιο και στους γύρω λόφους την ημέρα του Mαραθωνίου. Kαι δεκάδες χιλιάδες ξεχύθηκαν στους δρόμους, σε όλη την διαδρομή, για να θαυμάσουν, να επευφημήσουν και να ενισχύσουν ψυχολογικά τους δρομείς.
Ολα αυτά, φυσικά, ο Μαρουσιώτης νερουλάς, ο γιός αγροτών, ο Σπύρος Λούης, δεν μπορούσε καν να τα φαντασθεί, όταν δήλωνε συμμετοχή στον προκριματικό αγώνα, ο οποίος ορίσθηκε να διεξαχθεί στις 25 Μαρτίου (με το παλαιό ημερολόγιο, το Ιουλιανό), δηλαδή, μόλις... τέσσερις ημέρες πριν από την τέλεση του Ολυμπιακού Μαραθώνιου! «Τρελλά» πράγματα, αλλά εκείνη την εποχή ο αθλητισμός μόνο επιστημονικός δεν ήταν. Ο αγώνας αυτός θα έδινε άλλες τέσσερις θέσεις στους Ελληνες. Ηδη, από το Α΄ πανελλήνιο πρωτάθλημα είχαν προκριθεί οι έξι πρώτοι: Χαρίλαος Βασιλάκος, Σπύρος Μπελόκας, Δημήτρης Δεληγιάννης, Δημήτρης Χριστόπουλος, Γιώργος Γρηγορίου και Ευάγγελος Γερακάκης.
Στον προκριματικό τίποτα δεν έδειχνε ότι ο Λούης μπορούσε να πρωταγωνιστήσει στους Ολυμπιακούς. Τερμάτισε μόλις 5ος, πίσω από τους Γιάννη Λαυρέντη, Γιάννη Βρεττό, Λευτέρη Παπασυμεών και Ηλία Καφετζή. Ο Λούης είχε αποκλεισθεί. Αλλά η ιστορία γράφεται από λεπτομέρειες. Ο πρόεδρος της επιτροπής Μαραθωνίου, Γιώργος Παπαδιαμαντόπουλος πρότεινε –και η πρόταση έγινε αποδεκτή– να μετάσχουν οι έξι πρώτοι. Ετσι, τέσσερις ημέρες αργότερα, την Παρασκευή 29 Μαρτίου, στην αφετηρία παρετάχθησαν και ο Λούης και ο Σταμάτης Μασούρης.
Εδώ πρέπει να κάνουμε μια διευκρίνιση. Ο Αννινος γράφει ότι στο Ολυμπιακό Μαραθώνιο έτρεξαν 25 δρομείς. Αλλά, σύμφωνα με τις περισσότερες μαρτυρίες, οι αγωνισταί, όπως τους χαρακτηρίζει ο Αννινος, ήταν 17. Από αυτούς, Ελληνες ήταν οι 13. Ο ένας, όμως, ο Σωκράτης Λαγουδάκης, Κρητικός γεννημένος στη Σμύρνη, εκπροσωπούσε τη Γαλλία, όπου ζούσε από το 1891. Είπε ότι εδήλωσε Γάλλος, διότι διαφορετικά δεν θα του επιτρεπόταν να μετάσχει. «Αν γίνω ο νικητής, θα ζητήσω η απονομή να μου γίνει ως Ελλην», τόνισε. 
Νικητής, όμως, έγινε ο Λούης. Και όταν την 3η Απριλίου (πάντα με το παλαιό ημερολόγιο) πραγματοποιήθηκε η απονομή των μεταλλίων (στους Ολυμπιακούς αγώνες τότε εδόθησαν μόνο δύο μετάλλια, ασημένιο στον 1ο και χάλκινο στον 2ο), «όλον το Στάδιον συνεκλονίσθη», όπως γράφει ο Αννινος. 
«Οτε ήλθεν η σειρά του Λούη και ο αρειμάνιος νικητής του Μαραθωνίου δρόμου ανήλθεν εις την εξέδραν, όλον το Στάδιον συνεκλονίσθη. Μία κραυγή ατελεύτητος, μυριόστομος, μία βοή ωσεί βροντής εξερράγη από παντός σημείου, οι πίλοι και τα μανδήλια εσείοντο επί πολλήν ώραν εις τον αέρα διά χειρών σπασμωδικών, μικραί ελληνικαί σημαίαι εξήχθησαν και ανεκινούντο θριαμβευτικώς, ζεύγη περιστερών με ταινίας των εθνικών χρωμάτων αφίενται και πετώσιν υπεράνω της κονίστρας. Γενική συγκίνησις κατέχει το πλήθος όλοι οι οφθαλμοί υγραίνονται και οι ξένοι μένουσιν εν εκστάσει προ τους πρωτοφανούς θεάματος».
Μετά την απονομή στους δύο πρώτους κάθε αγωνίσματος, «εγένετο η περιαγωγή των Ολυμπιονικών εις το Στάδιον». Θα λέγαμε, ότι ήταν ο γύρος του θριάμβου. 
«Εις την πρώτην σειράν βαδίζει ο Λούης, όστις συγκεκινημένος, ζαλισμένος, αμηχανών εκ των ακαταπαύστων ενδείξεων, πέμπει διά των δύο χειρών ασπασμούς δεξιά και αριστερά. Παρά την άκραν του στίβου, είς των θεατών εγχειρίζει αυτώ μικράν ελληνικήν σημαίαν και ταύτην φέρει μέχρι του τέλους της περιοδείας, σείων αυτήν θριαμβευτικώς», γράφει ο Αννινος. 
Ο Σπύρος Λούης δεν έτρεξε ξανά σε Μαραθώνιο δρόμο. Παρέμεινε κοντά στον στίβο ως θεατής. Ζήτησε από τον βασιλιά ως δώρο, μόνο ένα καινούργιο κάρο κι ένα νεαρό άλογο για να συνεχίσει το επάγγελμά του.

*Δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» στις 30 Οκτωβρίου 2010. 

*Δεν είναι απολύτως γνωστό ούτε βέβαιον, πότε αντίκρισε το φως ο Σπύρος Λούης. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι γεννήθηκε στις 12 Ιανουαρίου του 1873. Αλλοί μιλούν για το 1872 και κάποιοι, λιγότεροι αυτοί, το 1870. Εφυγε από την ζωή στις 26 Μαρτίου (μερικοί αναφέρουν ως ημερομηνία θανάτου του την 27η Μαρτίου και άλλοι την 25η) 1940. 
Παρά τη δόξα που απέκτησε μετά τον θρίαμβό του, η ζωή του ήταν δύσκολη στη συνέχεια. Δούλευε σκληρά, ενώ αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα με την υγεία της γυναίκας του.  
Το 1926 φυλακίστηκε άδικα για πλαστογραφία, αλλά ο κόσμος συνέχισε να τον υποστηρίζει. Σύντομα, πάντως, η δικαιοσύνη αναγνώρισε το λάθος της και τον αποφυλάκισε.  
Δημοσίως εμφανίσθηκε για τελευταία φορά το 1936, στους Ολυμπιακούς αγώνες του Βερολίνου. Ο Αδόλφος Χίτλερ, που λίγα χρόνια αργότερα αιματοκύλησε την Ελλάδα και μεγάλο μέρος του κόσμου, θέλησε να τον τιμήσει και, μέσω αυτού, και την χώρα μας, στην οποία σχεδόν είχαν ξεχάσει τον Λούη. Τον κάλεσε στην τελετή έναρξης των Αγώνων ως επίσημο εκπρόσωπο της Ελλάδος. Ο Λούης, γέρος, πιά, πάντα ντυμένος με την φουστανέλα, με το τσιγγελωτό μουστάκι και το επιβλητικό παράστημα (φωτογραφία επάνω, κάτω με τον Χίτλερ), μετέφερε το Ολυμπιακό σύμβολο, τον κότινο. Καταχειροκροτήθηκε από τους θεατές κι’ επέστρεψε δοξασμένος. 
Στο ντοκιμαντέρ, «Ολυμπία - Η γιορτή των εθνών» εμφανίζεται σε πρώτο πλάνο στην τελετή έναρξης αυτών των Αγώνων. Παρελαύνει κατά την είσοδο της ελληνικής ομάδας. Προπορεύεται ένα αγόρι που κρατάει την ταμπέλα με τ’ όνομα της χώρας (γερμανιστί: Griechenland), ακολουθούμενο από τον σημαιοφόρο, ο οποίος φέρει την ελληνική σημαία. Επεται ο Λούης με άσπρη φουστανέλα και σκούρο γιλέκο κρατώντας ένα φουντωτό κλαδί ελιάς στο δεξί του χέρι. 
Πολλοί αθλητικοί όμιλοι στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό, φέρουν τ’ όνομά του, όπως και το κύριο στάδιο στο Ολυμπιακό Αθλητικό Κέντρο Αθηνών (ΟΑΚΑ), καθώς επίσης η λεωφόρος που περνά απ έξω. Στο Μόναχο, τ’ όνομά του (Spiridon Louis Ring) έχει η λεωφόρος που διασχίζει το εκεί Ολυμπιακό πάρκο

Ο... αόρατος δρομέας και το κάρο
Από Α.Γ.Σ Απίς Ζευγολατιού λάβαμε ένα πολύ ενδιαφέρον σχόλιο, σχετικά με τη νίκη του Λούη. Το δημοσιεύουμε με χαρά και ευχαριστούμε για τη συμμετοχή στο μπλογκ: 

«Σπύρος Λούης: "Γιαλαντζί" η επική νίκη του, το 1896;»
«Ως γνωστόν, η διεξαγωγή των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, που έγιναν στην Αθήνα το 1896, σφραγίστηκε με την κατάκτηση της νίκης στον Μαραθώνιο δρόμο από τον Σπύρο Λούη. Αν κι αυτή η νίκη γέμισε με υπερηφάνεια τα στήθη των Ελλήνων, που θεωρούσαν ζήτημα τιμής την ελληνική νίκη στον Μαραθώνιο, εν τούτοις αυτός ο θρίαμβος έχει και κάποιες σκιές που δεν κάνουν την νίκη του Λούη και τόσο…αδιαμφισβήτητη.
Ο Λούης, παρ’ ότι μαρτυρείται ότι ήταν ένας σχετικά καλός δρομέας (αν και όχι Ολυμπιακού επιπέδου και, επιπλέον, χωρίς προηγούμενη αθλητική εμπειρία), φαίνεται να μπήκε στον κατάλογο των αγωνιζόμενων, παρατύπως, χάριν του Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου, υπεύθυνου της διοργάνωσης των προκριματικών και της διεξαγωγής του Μαραθώνιου. Η λεπτομέρεια βρίσκεται στο ότι ο Παπαδιαμαντόπουλος, ως συνταγματάρχης του ελληνικού στρατού, ήταν διοικητής του Σπύρου Λούη όταν αυτός υπηρετούσε την στρατιωτική του θητεία. Ως φαίνεται, ο Παπαδιαμαντόπουλος είχε εμπιστοσύνη στις δυνατότητες του Λούη και προσπάθησε να τον προωθήσει με κάθε τρόπο, έτσι ώστε να πραγματώσει το όνειρο της ελληνικής Μαραθώνιας νίκης.
Ο Λούης μπήκε τελευταία στιγμή στους προκριματικούς, όταν παράτυπα αυξήθηκε ο αριθμός των Ελλήνων μαραθωνοδρόμων από 10 σε 12. Ο Λούης τερμάτισε ενδέκατος και, παρ’ ότι -όπως φημολογείται- δεν έπιασε ούτε καν το χρονικό όριο πρόκρισης, εν τούτοις προκρίθηκε, κάνοντας χρόνο 3 ώρες και 19 λεπτά.
Στον Μαραθώνιο του 1896 έλαβαν μέρος συνολικά 17 αθλητές. Τέσσερις ξένοι και οι υπόλοιποι Έλληνες. Ο Λούης από την αρχή ήταν στους ουραγούς. Κι ενώ οι προπορευόμενοι δρομείς Βασιλάκος, Μπελόκας και ο Ούγγρος Κέλνερ, «διερρήγνυαν τα ιμάτιά τους» πως ουδέποτε τον είδαν να τους προσπερνά, λίγο πριν τον τερματισμό ο αγγελιοφόρος αναγγέλει την πρωτοπορία του Λούη, κάνοντας το Στάδιο να δονείται απ’ την ιαχή «Έλλην! Έλλην!». Ο Λούης τελικά τερμάτισε πρώτος, με χρόνο 2 ώρες, 58 λεπτά και 50 δευτερόλεπτα (μειώνοντας κατά σχεδόν 20 λεπτά την προσωπική του επίδοση των προκριματικών!).
Ποιο ήταν, όμως, το βασικό στοιχείο που θέτει σε αμφισβήτηση την καθαρότητα της νίκης του Λούη; Πέραν των μαρτυριών των συναθλητών του, ήταν γεγονός ότι κατά την διάρκεια του Μαραθώνιου δεν υπήρχε κανένας έλεγχος από τους κριτές, ενώ η οργάνωση ήταν υποτυπώδης. Έτσι, οι «κακές γλώσσες» λένε, πως ο Λούης μετετράπη από ουραγός σε ουρανοκατέβατο νικητή «από το πουθενά», καθώς κάλυψε ένα σημαντικό μέρος της διαδρομής πάνω σε… κάρο, κόβοντας δρόμο (έτσι εξηγείται και γιατί ήταν «αόρατος» στους προπορευόμενους αθλητές), γι’ αυτό κι έφτασε στο Στάδιο και σχετικά ξεκούραστος. Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί, ότι ο Λούης έκτοτε δεν ξανάτρεξε σε καμμία διοργάνωση, παρ΄ότι προκλήθηκε από τους άμεσα θιγόμενους ηττημένους, Βασιλάκο και Μπελόκα. Ίσως, όπως λένε, για να μην φανεί η μετριότητά του και να κρατήσει την υστεροφημία του».
Απάντηση: Δυστυχώς, πράγματι υπάρχει αυτή η σκιά στην νίκη του. Ολα αυτά, πάντως, δεν μπορούν, πλέον, ν’ αποδειχθούν.
ΣΧΟΛΙΟ από τον δρομέα, Παύλο Τζαναβάρα: Ο ΑΠΙΣ Ζευγολατιού έχει απόλυτο δίκιο. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου