Ο «Ελληνας Μπεστ» Γιώργος Δεληκάρης δίχασε τους φίλους της ομάδας της καρδιάς του, τού Ολυμπιακού
Κάποτε ο Νίκος Γουλανδρής (εφοπλιστής και παλαιός πρόεδρος του Ολυμπιακού) του είπε: «Γιώργο, η μοίρα των μεγάλων παικτών και των μεγάλων καλλιτεχνών είναι να αγαπηθούν τρελά και να τους μισήσουν παράφορα. Οσοι δεν το αντέχουν, κάνουν λάθος δουλειά».
Ο Γιώργος Δεληκάρης ήταν και τα δύο. Παίκτης και καλλιτέχνης. Δεν είχε, όμως, χρώματα και παλέτα. Είχε μια μπάλα στα πόδια και μ' αυτήν... ζωγράφιζε. Τον παρομοίασαν με τον Τζορτζ Μπεστ, λόγω του παρουσιαστικού του, αλλά και του ταλέντου του. Αλλά και λόγω της ζωής του, καθώς, όπως και ο Ιρλανδός, ήταν και αυτός ένας «bon viveur» (μπον βιβέρ). Γρήγορα αμάξια, όμορφες γυναίκες και μια καριέρα που «κόπηκε» απότομα στα 30 του χρόνια. Τον λόγο τον γνωρίζουν μόνο ο ίδιος και όσοι λίγοι τον βίωσαν μαζί του, και, όπως φαίνεται, έχει αποφασίσει να τον πάρει μαζί του. Να μην τον μάθει κανείς άλλος, πλέον.
Ομως το «μπαμ» έρχεται το 1978. Ο Δεληκάρης μένει ελεύθερος από τον Ολυμπιακό. Ο Παύλος και ο Θανάσης Γιαννακόπουλος δεν χάνουν την ευκαιρία και τον κάνουν «δώρο» στον Παναθηναϊκό. Η ποδοσφαιρική Ελλάδα μένει εμβρόντητη. Ο Δεληκάρης στο «τριφύλλι»; Εμοιαζε με ανέκδοτο, για τον ίδιο, όμως, ήταν μια τραγωδία με πρωταγωνιστή τον ίδιο.
«Τι θέλω, εγώ εδώ με αυτούς», φέρεται να αναρωτήθηκε κάποτε σε αγώνα κόντρα στον αγαπημένο του Ολυμπιακό στην Πάτρα.
Λέγεται, μάλιστα, ότι στο πρώτο παιχνίδι, που βρέθηκε αντίπαλος με τους «ερυθρόλευκους», ζήτησε να μην παίξει. Εκατσε στον πάγκο, και, όταν του ζητήθηκε να μπει στο δεύτερο μέρος, αρνήθηκε. «Θα σε τελειώσω», του είπε ο προπονητής. Η απάντηση του Δεληκάρη ήταν χαρακτηριστική και συνοδεύτηκε με κίνηση του χεριού.
Το «ιστορικό λάθος» και οι αποτυχημένες επιλογές
Παρά την αποδεδειγμένη του αγάπη για την ερυθρόλευκη φανέλα, ο ήρωας της Κυριακής για τους οπαδούς του Ολυμπιακού, έγινε εχθρός λόγω της μεταγραφής του στον «μισητό εχθρό». Και, μάλιστα, για «ασήμαντη αφορμή». Το ρεπορτάζ της εποχής μίλαγε για το «αρχηγιλίκι». Μέχρι τώρα δεν έχει επιβεβαιωθεί. Και εδώ... μυστήριο.
Σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του χρόνια αργότερα στην εφημερίδα, «Τα Νέα», στον Μανώλη Σαριδάκη, παραδέχτηκε ότι η απόφασή του να πάει στον Παναθηναϊκό ήταν «ιστορικό λάθος».
«Σέβομαι τον Παναθηναϊκό, γιατί είναι πολύ μεγάλη ομάδα. Η μεγάλη μου αγάπη, όμως, είναι ο Ολυμπιακός. Η ομάδα αυτή είναι μια επανάσταση, μια γροθιά στο κατεστημένο, μια ζωή κόντρα στους ισχυρούς», είχε πει. Η δήλωση αυτή απηχεί και την εν γένει φιλοσοφία του για τη ζωή.
Λες και ήρωάς του ήταν ο Λούκι Λουκ. Αυτή η εικόνα στο τέλος να απομακρύνεται καβάλα στην αγαπημένη του Ντόλυ, έμοιαζε να είχε σημαδεύσει τον Δεληκάρη. Στις 19 Οκτωβρίου του 1981, μόλις 30 ετών, αποφασίζει να σταματήσει. Πήρε το άλογό του και χάθηκε. Μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, έκρυψε την προσωπική του ζωή και τα μυστικά του. Αφοσιώθηκε στην οικογένειά του, στη σύζυγό του και στις κόρες του. Αποφασίζει να κινηθεί σε άλλους τομείς, άγνωστους σε αυτόν. Μαζί με τον «κολλητό» του στον Ολυμπιακό, Λάκη Γκλέζο, τον «αιώνιο» αντίπαλό του Δημήτρη Δημητρίου (ποδοσφαιριστή του Παναθηναϊκού) και έναν παλαιό μασέρ του Ολυμπιακού, που είχε καταγωγή από την Πρεμετή, άνοιξαν εργοστάσιο εμφιάλωσης νερού και ο Γιώργος Δεληκάρης πηγαινοερχόταν συχνά - πυκνά στην Αλβανία. Η επιχείρηση δεν πέτυχε και έπεσε θύμα της πυραμίδας που «γονάτισε» την οικονομία στη γειτονική χώρα. Χάθηκαν πολλά χρήματα από όλους. Χρόνια αργότερα, θρήνησε τον χαμό και του Γκλέζου, αλλά και του Δημητρίου. Ειδικά με τον Λάκη τον συνέδεαν πολλά και του είχε τυφλή εμπιστοσύνη. Κάποια στιγμή βρέθηκε σε ψαροταβέρνα στο Χατζηκυριάκειο, όπου εκτός από δουλειά, την έκανε και στέκι του. Από εκεί δίνει τη μοναδική του συνέντευξη τα τελευταία 20 χρόνια. Μετά, πάλι σιωπή.
Ηταν ο «επαναστατικός του χαρακτήρας», ο μη συμβιβασμός του με τους «ισχυρούς» της εποχής και οι κόντρες του μ' αυτούς, σε όλα τα επίπεδα, προσωπικά και αγωνιστικά, που τον οδήγησαν να σταματήσει το ποδόσφαιρο στην πιο αποδοτική ηλικία για κάποιον παίκτη; Πιστεύω πως προτίμησε να κρατήσει την αξιοπρέπειά του, παρά να κάνει συμβιβασμούς. Δεν έχει απαντήσει ποτέ, αν, εφόσον βρεθεί τώρα στο ίδιο σταυροδρόμι, θα πάρει το ίδιο δύσκολο μονοπάτι. Πιθανόν να το έκανε. Διότι, μπορεί να μην είδα εκείνο το ψηλόλιγνο ασυμβίβαστο, σε όλα, αγόρι που γνώρισα το 1965, όταν τον συνάντησα στις εκδηλώσεις των παλαιμάχων του Ολυμπιακού πριν από τρία χρόνια. Είχε, όμως, ακόμα εκείνη τη φλόγα του επαναστάτη στο βλέμμα του...
*Δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή», στις 23 Δεκεμβρίου 2010.
*Ο Δεληκάρης έπαιξε σε 226 αγώνες με τον Ολυμπιακό και σημείωσε 25 τέρματα και σε 35 με τον Παναθηναϊκό με απολογισμό πέντε γκολ.
Κάποτε ο Νίκος Γουλανδρής (εφοπλιστής και παλαιός πρόεδρος του Ολυμπιακού) του είπε: «Γιώργο, η μοίρα των μεγάλων παικτών και των μεγάλων καλλιτεχνών είναι να αγαπηθούν τρελά και να τους μισήσουν παράφορα. Οσοι δεν το αντέχουν, κάνουν λάθος δουλειά».
Ο Γιώργος Δεληκάρης ήταν και τα δύο. Παίκτης και καλλιτέχνης. Δεν είχε, όμως, χρώματα και παλέτα. Είχε μια μπάλα στα πόδια και μ' αυτήν... ζωγράφιζε. Τον παρομοίασαν με τον Τζορτζ Μπεστ, λόγω του παρουσιαστικού του, αλλά και του ταλέντου του. Αλλά και λόγω της ζωής του, καθώς, όπως και ο Ιρλανδός, ήταν και αυτός ένας «bon viveur» (μπον βιβέρ). Γρήγορα αμάξια, όμορφες γυναίκες και μια καριέρα που «κόπηκε» απότομα στα 30 του χρόνια. Τον λόγο τον γνωρίζουν μόνο ο ίδιος και όσοι λίγοι τον βίωσαν μαζί του, και, όπως φαίνεται, έχει αποφασίσει να τον πάρει μαζί του. Να μην τον μάθει κανείς άλλος, πλέον.
Σταμάτησε ξαφνικά και το ίδιο ξαφνικά εξαφανίστηκε από
την επικαιρότητα. Σαν φάντασμα, σαν τον Κάιζερ Σόζε, στους «Συνήθεις Υπόπτους»,
άφησε τους πάντες να αναρωτιούνται: «Τελικά υπήρξε ή όχι;».
Και όμως, υπήρξε.
Από τον Αργοναύτη, όταν είπε «όχι» στο 1.000.000 δρχ. του Εθνικού (ποσό
αστρονομικό για την εποχή), δεχόμενος τα 150 χιλιάρικα του Ολυμπιακού. Αυτή
ήταν, άλλωστε, η ομάδα της καρδιάς του και καμία άλλη. Πήγε στους «ερυθρόλευκους»
το 1969, έγινε ένα με τη φανέλα, με τον κόσμο στο τότε «Καραϊσκάκη», δήλωνε
Πειραιώτης, ποτέ Αθηναίος. Κάποτε σ' έναν αγώνα στην επαρχία, ο πρόεδρος της
τοπικής ομάδας, κολλημένος στα κάγκελα τού φώναξε: «Πούστηδες, Αθηναίοι, εδώ θα
γίνει ο τάφος σας». Γύρισε ψύχραιμα προς το μέρος του και απάντησε: «Πειραιώτες
κύριε, Πειραιώτες
».
Με τον Ολυμπιακό κατακτά τρία συνεχόμενα πρωταθλήματα (1972-73, 1973-74 και 1974-75) και ισάριθμα Κύπελλα (1971, 1973, 1975) και, παράλληλα, μεσουρανεί
και με την εθνική ομάδα. Μάλιστα, το πρώτο γκολ που πέτυχε με το εθνόσημο, έχει
μείνει στην ιστορία. Στις 20 Νοεμβρίου 1974 στο «Καραϊσκάκη», όταν έπειτα από
κόρνερ του Μίμη Δομάζου, πετάχτηκε στη μικρή περιοχή με εναέρια προβολή σε στυλ
καράτε κι έστειλε την μπάλα στο γάμα του εμβρόντητου Γερμανού, Ζεπ Μάγερ.
Ηταν το πρώτο από τα επτά εθνικά του γκολ, σε 32 αγώνες. Ο αέρινος Δεληκάρης. |
Ομως το «μπαμ» έρχεται το 1978. Ο Δεληκάρης μένει ελεύθερος από τον Ολυμπιακό. Ο Παύλος και ο Θανάσης Γιαννακόπουλος δεν χάνουν την ευκαιρία και τον κάνουν «δώρο» στον Παναθηναϊκό. Η ποδοσφαιρική Ελλάδα μένει εμβρόντητη. Ο Δεληκάρης στο «τριφύλλι»; Εμοιαζε με ανέκδοτο, για τον ίδιο, όμως, ήταν μια τραγωδία με πρωταγωνιστή τον ίδιο.
«Τι θέλω, εγώ εδώ με αυτούς», φέρεται να αναρωτήθηκε κάποτε σε αγώνα κόντρα στον αγαπημένο του Ολυμπιακό στην Πάτρα.
Λέγεται, μάλιστα, ότι στο πρώτο παιχνίδι, που βρέθηκε αντίπαλος με τους «ερυθρόλευκους», ζήτησε να μην παίξει. Εκατσε στον πάγκο, και, όταν του ζητήθηκε να μπει στο δεύτερο μέρος, αρνήθηκε. «Θα σε τελειώσω», του είπε ο προπονητής. Η απάντηση του Δεληκάρη ήταν χαρακτηριστική και συνοδεύτηκε με κίνηση του χεριού.
Προσωπική μαρτυρία
Με τον Γιώργο Δεληκάρη είμαστε σχεδόν συνομήλικοι.
Εκείνος είναι γεννημένος στις 22 Ιουλίου του 1951 στον Πειραιά, και τον συνάντησα το
1965. Εμείς, διωγμένοι το 1964 από την Κωνσταντινούπολη, ήρθαμε στο μεγάλο λιμάνι και εγκατασταθήκαμε
στον Κορυδαλλό. Εκεί, στην πλατεία του Μέμου, οι τότε
σκάουτερ, με πήγαν στο
εφηβικό της Προοδευτικής. Την εποχή εκείνη, στο ξερό γήπεδο «Νικαίας -
Κορυδαλλού», κάθε Πέμπτη υπήρχε η κοινή προπόνηση των «βυσσινί», με τον
Αργοναύτη που αγωνιζόταν στη Β΄ Εθνική.
Από την ομάδα αυτή, ένα ψηλόλιγνο αγόρι, με, σπάνιο,
για την τότε εποχή, εκπληκτικό «χειρισμό» της μπάλας με το αριστερό πόδι,
ξεχώριζε, ακόμα και από τους μεγάλους παίκτες της Προοδευτικής, όπως τον
Φραντζή, τον Σκούφο, τον Σπετσέρη. Ακόμα και από τον Λάκη τον Γκλέζο, που τότε έπαιζε
σέντερ φορ. Ολοι αυτοί είχαν αναδείξει την ομάδα του Κορυδαλλού 4η
στην Α΄ εθνική.
Με τον μεγάλο, Γιόχαν Κρόιφ. |
Είχα την τύχη, ο τότε προπονητής, Γιούρκας Σεϊταρίδης,
παππούς του μετέπειτα διεθνούς παίκτη του Παναθηναϊκού, να με βάζει να παίζω
στα φιλικά παιχνίδια της Πέμπτης με τον Αργοναύτη, στην πρώτη ομάδα.
Ετσι βρέθηκα αντίπαλος του Γιώργου Δεληκάρη. Τον
οποίο, αντί να τον αντιμετωπίζω, την περισσότερη ώρα καθόμουν και τον
...
χάζευα. Ειδικά όταν
στοίχιζε στη γραμμή, όλους τους αμυντικούς της
Προοδευτικής. Από τότε, ήταν σίγουρο πως θα έμπαινε στην ελίτ των
ποδοσφαιριστών που έχει αναδείξει η χώρα μας. Οπως ακριβώς συνέβη. Το «ιστορικό λάθος» και οι αποτυχημένες επιλογές
Παρά την αποδεδειγμένη του αγάπη για την ερυθρόλευκη φανέλα, ο ήρωας της Κυριακής για τους οπαδούς του Ολυμπιακού, έγινε εχθρός λόγω της μεταγραφής του στον «μισητό εχθρό». Και, μάλιστα, για «ασήμαντη αφορμή». Το ρεπορτάζ της εποχής μίλαγε για το «αρχηγιλίκι». Μέχρι τώρα δεν έχει επιβεβαιωθεί. Και εδώ... μυστήριο.
Σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του χρόνια αργότερα στην εφημερίδα, «Τα Νέα», στον Μανώλη Σαριδάκη, παραδέχτηκε ότι η απόφασή του να πάει στον Παναθηναϊκό ήταν «ιστορικό λάθος».
«Σέβομαι τον Παναθηναϊκό, γιατί είναι πολύ μεγάλη ομάδα. Η μεγάλη μου αγάπη, όμως, είναι ο Ολυμπιακός. Η ομάδα αυτή είναι μια επανάσταση, μια γροθιά στο κατεστημένο, μια ζωή κόντρα στους ισχυρούς», είχε πει. Η δήλωση αυτή απηχεί και την εν γένει φιλοσοφία του για τη ζωή.
Λες και ήρωάς του ήταν ο Λούκι Λουκ. Αυτή η εικόνα στο τέλος να απομακρύνεται καβάλα στην αγαπημένη του Ντόλυ, έμοιαζε να είχε σημαδεύσει τον Δεληκάρη. Στις 19 Οκτωβρίου του 1981, μόλις 30 ετών, αποφασίζει να σταματήσει. Πήρε το άλογό του και χάθηκε. Μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, έκρυψε την προσωπική του ζωή και τα μυστικά του. Αφοσιώθηκε στην οικογένειά του, στη σύζυγό του και στις κόρες του. Αποφασίζει να κινηθεί σε άλλους τομείς, άγνωστους σε αυτόν. Μαζί με τον «κολλητό» του στον Ολυμπιακό, Λάκη Γκλέζο, τον «αιώνιο» αντίπαλό του Δημήτρη Δημητρίου (ποδοσφαιριστή του Παναθηναϊκού) και έναν παλαιό μασέρ του Ολυμπιακού, που είχε καταγωγή από την Πρεμετή, άνοιξαν εργοστάσιο εμφιάλωσης νερού και ο Γιώργος Δεληκάρης πηγαινοερχόταν συχνά - πυκνά στην Αλβανία. Η επιχείρηση δεν πέτυχε και έπεσε θύμα της πυραμίδας που «γονάτισε» την οικονομία στη γειτονική χώρα. Χάθηκαν πολλά χρήματα από όλους. Χρόνια αργότερα, θρήνησε τον χαμό και του Γκλέζου, αλλά και του Δημητρίου. Ειδικά με τον Λάκη τον συνέδεαν πολλά και του είχε τυφλή εμπιστοσύνη. Κάποια στιγμή βρέθηκε σε ψαροταβέρνα στο Χατζηκυριάκειο, όπου εκτός από δουλειά, την έκανε και στέκι του. Από εκεί δίνει τη μοναδική του συνέντευξη τα τελευταία 20 χρόνια. Μετά, πάλι σιωπή.
Ολα αυτά μέχρι το 2002, όπου εντελώς ξαφνικά πάλι,
εμφανίστηκε σε μια εκδήλωση παλαιμάχων του Ολυμπιακού. «Κλέβει την παράσταση»,
λες και δεν πέρασε μια μέρα από τότε που κρέμασε τα παπούτσια του, πριν από 21
χρόνια. Η εμφάνιση αυτή δεν ήταν η μόνη, καθώς και το 2005 και το 2007
συμμετέχει σε εκδηλώσεις του Ολυμπιακού και εταιρείας αθλητικών ειδών.
Εκατοντάδες κόσμου περιμένουν υπομονετικά για ένα αυτόγραφο. Ανθρωποι που τον
είχαν δει να παίζει και είχαν μαγευτεί, αλλά και πιο νέοι που είχαν ακούσει για
τον μύθο του Γιώργου Δεληκάρη και ήθελαν να του σφίξουν το χέρι, να τον δουν
από κοντά, να τον αγγίξουν. Αποφασίζει να επιστρέψει στην επικαιρότητα και
αρθρογραφεί στην εφημερίδα «Πρωταθλητής».
Ομως και πάλι εντελώς ξαφνικά, σταματά. Απομονώνεται στο σπίτι του στην Πεντέλη, ενώ κάποιοι λένε ότι έκανε διάφορες δουλειές για να ζήσει. Μια ζωή που πήγε να διακοπεί απότομα όταν τον Ιούνιο του 2009, έπεσε θύμα σοβαρού τροχαίου ατυχήματος και νοσηλεύτηκε στη μονάδα εντατικής θεραπείας στον «Ευαγγελισμό». Για λίγες μέρες το όνομά του βρέθηκε στις εφημερίδες και μετά «χάθηκε» ξανά.
Ο Ελληνας Τζορτζ Μπεστ, πήρε το άλογό του και τα
μυστικά του και επέλεξε τον δρόμο της σιωπής. Τον δύσκολο δρόμο, που, άλλωστε,
περπάτησε μια ζωή.Ομως και πάλι εντελώς ξαφνικά, σταματά. Απομονώνεται στο σπίτι του στην Πεντέλη, ενώ κάποιοι λένε ότι έκανε διάφορες δουλειές για να ζήσει. Μια ζωή που πήγε να διακοπεί απότομα όταν τον Ιούνιο του 2009, έπεσε θύμα σοβαρού τροχαίου ατυχήματος και νοσηλεύτηκε στη μονάδα εντατικής θεραπείας στον «Ευαγγελισμό». Για λίγες μέρες το όνομά του βρέθηκε στις εφημερίδες και μετά «χάθηκε» ξανά.
Ηταν ο «επαναστατικός του χαρακτήρας», ο μη συμβιβασμός του με τους «ισχυρούς» της εποχής και οι κόντρες του μ' αυτούς, σε όλα τα επίπεδα, προσωπικά και αγωνιστικά, που τον οδήγησαν να σταματήσει το ποδόσφαιρο στην πιο αποδοτική ηλικία για κάποιον παίκτη; Πιστεύω πως προτίμησε να κρατήσει την αξιοπρέπειά του, παρά να κάνει συμβιβασμούς. Δεν έχει απαντήσει ποτέ, αν, εφόσον βρεθεί τώρα στο ίδιο σταυροδρόμι, θα πάρει το ίδιο δύσκολο μονοπάτι. Πιθανόν να το έκανε. Διότι, μπορεί να μην είδα εκείνο το ψηλόλιγνο ασυμβίβαστο, σε όλα, αγόρι που γνώρισα το 1965, όταν τον συνάντησα στις εκδηλώσεις των παλαιμάχων του Ολυμπιακού πριν από τρία χρόνια. Είχε, όμως, ακόμα εκείνη τη φλόγα του επαναστάτη στο βλέμμα του...
*Δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή», στις 23 Δεκεμβρίου 2010.
*Ο Δεληκάρης έπαιξε σε 226 αγώνες με τον Ολυμπιακό και σημείωσε 25 τέρματα και σε 35 με τον Παναθηναϊκό με απολογισμό πέντε γκολ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου