Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2013

Η νέα Ελλάδα έρχεται

Εξοχη γελοιογραφία του Βαγγέλη Παπαβασιλείου στην «Ελευθεροτυπία». Καλή χρονιά σε όλους. Διότι το 2014 ήλθε. Προφανώς, βγήκε από την διαθεσιμότητα...

Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2013

Ο παίκτης που έδωσε μελωδία στο μπάσκετ



Ο Ντράζεν Πέτροβιτς εισήγαγε νέα δεδομένα στο άθλημα, όμως η μοίρα είχε άλλα σχέδια γι’ αυτόν πριν από 20 χρόνια 


Του Γιώργου Βαλαβάνη 

Οι «μελωδίες» του «Μότσαρτ» του ευρωπαϊκού μπάσκετ, του αλησμόνητου, Ντράζεν Πέτροβιτς, έχουν σταματήσει να ακούγονται εδώ και 17 χρόνια, στα γήπεδα της Ευρώπης και της Αμερικής. Μόνο τα βίντεο και οι φωτογραφίες, πλέον, θυμίζουν σε όλους τα αγωνιστικά επιτεύγματα του Κροάτη παίκτη, που ήταν μια συνεχής διαφήμιση για το μπάσκετ και, παρά τον εριστικό χαρακτήρα του, δεν υπήρξε αντίπαλος που να μην έχει υποκλιθεί στο ταλέντο, την αξία και στις επιδόσεις - ρεκόρ του.
Το νήμα της ζωής του Ντράζεν Πέτροβιτς κόπηκε ξαφνικά το απόγευμα της 7ης Ιουνίου του 1993 σε αυτοκινητικό δυστύχημα στη βρεγμένη άσφαλτο της εθνικής οδού, στο γερμανικό κρατίδιο της Βαυαρίας, το Ντένκεντορφ, 4,5 μήνες πριν από τα 29α γενέθλιά του.
Πρόσφατα, το αμερικανικό δίκτυο ESPN παρουσίασε την παραγωγή ενός ντοκιμαντέρ για τον Βλάντε Ντίβατς με τίτλο, «Κάποτε φίλοι» και στο αφιέρωμα ο Σέρβος, που έχει σταματήσει το μπάσκετ, διηγείται χαρακτηριστικά την πολυδαίδαλη σχέση του με τον μακαρίτη, Ντράζεν και καταλήγει:
«Ο χαμός του θα με πληγώνει πάντα. Οσα κι αν πω για τον Ντράζεν, θα είναι λίγα. Οταν παίζαμε μαζί στην εθνική Γιουγκοσλαβίας και ήμασταν αντίπαλοι στο ΝΒΑ, λέγαμε ότι θα γεράσουμε μαζί. Ο Ντράζεν με “πρόδωσε” και τώρα γερνάω μόνος μου...», ήταν τα λόγια του βουρκωμένου Ντίβατς, ο οποίος πήγε στη γενέτειρα του αδικοχαμένου φίλου του, στο Σίμπενικ, όπου βρίσκεται και ο τάφος - μνημείο, και αγκαλιά με τη μητέρα του, Μπισέρκα, αναπόλησε όλες τις στιγμές που είχαν βιώσει οι δύο παίκτες.
Ο Ντράζεν έχει γίνει, πλέον, ο «θρύλος» του ευρωπαϊκού μπάσκετ και κατέχει περίοπτη θέση στο «Πάνθεον» των αθλητών από όλα τα σπορ που έχουν αποβιώσει, αλλά η φήμη τους είναι και θα είναι διαχρονική για πολλές δεκαετίες ακόμα. Το όνομα του Πέτροβιτς δόθηκε στο γήπεδο της Τσιμπόνα, σε πλατεία του Ζάγκρεμπ και στο βραβείο του πολυτιμότερου παίκτη στο ΝΒΑ από το 1994.
Επίσης, το άγαλμά του βρίσκεται μπροστά από το Ολυμπιακό Μουσείο της Λωζάννης, έγινε μετά θάνατον μέλος του «Χολ οφ φέιμ» του παγκοσμίου μπάσκετ και από το 2006 (στην 13η επέτειο από τον θάνατό του), άρχισε η λειτουργία του ιδρύματος «Ντράζεν Πέτροβιτς», με δέκα χώρους εκθεμάτων, τα οποία αποτυπώνουν ολόκληρη την καριέρα αυτού του σπουδαίου παίκτη.
Ο,τι έπρεπε να γίνει ώστε να τιμάται όπως πρέπει η μνήμη του Ντράζεν Πέτροβιτς, έχει γίνει. Μόνο ο ίδιος ο Ντράζεν λείπει τόσο πολύ από το ευρωπαϊκό μπάσκετ. Ο Πέτροβιτς έπαιζε μπάσκετ προηγμένης... τεχνικής. Ηταν μπροστά από την εποχή του. Και αν ζούσε, η αγάπη και συνάμα η «τρέλα» που είχε με το μπάσκετ, μπορεί να τον είχαν κρατήσει ακόμα με μια «πορτοκαλί» μπάλα στα χέρια, να σουτάρει και να ντριμπλάρει με τον μοναδικό, δικό του τρόπο.
Αν ζούσε μέχρι σήμερα (σημείωση: το κείμενο γράφηκε το 2010), ο Ντράζεν Πέτροβιτς θα ήταν 46 ετών (σημείωση: τώρα θα ήταν 50). Θα είχαν ασπρίσει τα σγουρά μαλλιά του, αλλά ήταν βέβαιο ότι θα διατηρούσε σε άριστη κατάσταση το σώμα του. Οπως, σχεδόν βέβαιο ήταν, πως ο Πέτροβιτς θ' ασχολιόταν με το μπάσκετ, όσο μεγάλες κι αν ήταν οι αποταμιεύσεις του από τα χρήματα που είχε πάρει από τη Ρεάλ, τους Μπλέιζερς και τους Νετς, αλλά ίσως και από τον Παναθηναϊκό (υπήρξε προφορική συμφωνία τρεις ημέρες πριν να πεθάνει) ή και τις άλλες ομάδες, στις οποίες θα συνέχιζε την καριέρα του μέχρι την ολοκλήρωσή της.
Και δεν χρειάζεται δεύτερη σκέψη, για το αν ο Πέτροβιτς στο τωρινό, μοντέρνο μπάσκετ με τις σκληρές άμυνες, την ομαδικότητα, την απουσία των σταρ και των μεγάλων σκόρερ, θα κατάφερνε να σκοράρει με... «χίλιους και έναν» τρόπους. Αν θα ήταν ο παίκτης με τους περισσότερους πόντους (112!) σε παιχνίδι πρωταθλήματος. Αν θα είχε σκοράρει τους περισσότερους πόντους (42) σε τελικό. Αν θα διέθετε στο ΝΒΑ (1992 και 1993) το καλύτερο ποσοστό ευστοχίας σε δίποντα, αλλά και αν θα ήταν ο παίκτης που θα επιχειρούσε τα περισσότερα τρίποντα, χωρίς να χάσει κανένα, διαθέτοντας το τρίτο καλύτερο ποσοστό ευστοχίας σε σουτ τριών πόντων όλων των εποχών.
Στην Ελλάδα, ο Νίκος Γκάλης (στην φωτογραφία τα δύο «ιερά τέρατα» του αθλήματος) άλλαξε την ρου της ιστορίας του μπάσκετ. Ο Πέτροβιτς ήταν επτά χρόνια μικρότερος από τον Νικ και, όταν μπήκε στον κόσμο του ΝΒΑ, άλλαξε πλήρως τη φιλοσοφία αντιμετώπισης, την οποία είχαν οι Αμερικάνοι για τους Ευρωπαίους μπασκετμπολίστες. Γιατί, απλούστατα, παίκτες, όπως ο μεγάλος, Ντράζεν Πέτροβιτς εμφανίζονται μια φορά κάθε 50 χρόνια...


Καθημερινή προπόνηση με 700 σουτ! 
Οι ζωγράφοι γίνονται, συνήθως, διάσημοι μετά τον θάνατό τους. Για τους αθλητές δεν ισχύει το ίδιο. Στην περίπτωση του Ντράζεν Πέτροβιτς, τα όσα πρόλαβε να προσφέρει ως θέαμα στα γήπεδα του μπάσκετ και, φυσικά, ο πρόωρος και άδικος χαμός του, τον κατέστησαν «θρύλο». Ο Ντράζεν Πέτροβιτς ήταν το τέλειο «κράμα» του ταλαντούχου παίκτη και του ακούραστου εργάτη. Στο πέρασμα των χρόνων και όταν ανέτειλε το «άστρο» του στο ευρωπαϊκό και στο παγκόσμιο μπάσκετ, έγινε πασίγνωστη η καθημερινότητα της προπόνησής του.
Με την γλώσσα έξω, όπως συνήθιζε.
 

Ο Πέτροβιτς είχε πάρει τα κλειδιά του γυμναστηρίου στην μικρή και παραθαλάσσια γενέτειρα του, το Σίμπενικ, και στις 7 το πρωί, οι περαστικοί άκουγαν την μπάλα του μπάσκετ να χτυπά στο παρκέ και στο ταμπλό. Εφτακόσια σουτ σε ημερήσια διάταξη, χωρίς να βαριέται να κάνει την ίδια κίνηση και η μπάλα την ίδια διαδρομή. Από τα χέρια του να καταλήγει στο καλάθι.
«Δεν γεννήθηκε σουτέρ, έγινε... Κι αυτό γιατί σούταρε τόσες πολλές φορές. Δεν ήταν από αυτούς που τον βλέπεις να σουτάρει και λες τι ωραίος παλμός. Ηταν εύστοχος, γιατί είχε κάνει την ίδια κίνηση αμέτρητες φορές», είχε πει ο Αμερικανός ατζέντης του, Κένι Γκραντ.
Στο ευρωπαϊκό μπάσκετ κατέκτησε τα πάντα. Σε ηλικία 15 ετών ήταν ήδη αναπόσπαστο μέλος της αντρικής ομάδας της Σιμπένκα, με την οποία έφτασε δύο φορές στον τελικό του Κυπέλλου Κόρατς (1982 και 1983), αλλά τον τίτλο κατέκτησε η Λιμόζ.
Ακολουθώντας τα χνάρια του αδελφού του, Αζα με τον οποίο ήταν πολύ «δεμένος», ο Ντράζεν έπαιξε στην Τσιμπόνα Ζάγκρεμπ από το 1983. Μόλις, στην πρώτη χρονιά του, κατέκτησε το πρωτάθλημα και το Κύπελλο της πρώην Γιουγκοσλαβίας, αλλά και το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα, σημειώνοντας 39 πόντους στον τελικό κόντρα στη Ρεάλ.
Το δεύτερο ευρωπαϊκό τρόπαιο ήρθε απέναντι στη Ζαλγκίρις Κάουνας του Αρβιντας Σαμπόνις. Ο Πέτροβιτς σημείωσε 22 πόντους στον τελικό, τον οποίο είχε μετατρέψει σε «μονομαχία» με τον Σαμπόνις, με τον οποίο ουδέποτε είχε καλές σχέσεις.
Το 1987 ο Πέτροβιτς κατέκτησε το τρίτο ευρωπαϊκό του τρόπαιο: το Κύπελλο Κυπελλούχων απέναντι στη Σκαβολίνι Πέζαρο και είχε σκοράρει 28 πόντους. Με το αστρονομικό ποσό των 4 εκατ. δολαρίων υπέγραψε στη Ρεάλ Μαδρίτης, έχασε τον τίτλο στο ισπανικό πρωτάθλημα, αλλά αλήστου μνήμης είναι ο τελικός του Κυπέλλου Κυπελλούχων στο στάδιο «Ειρήνης και Φιλίας», το 1989. Ο οίστρος του Πέτροβιτς κόντρα στον Βραζιλιάνο, Οσκαρ Σμιντ της Σναϊντέρο Καζέρτα, σταμάτησε στους 62 πόντους!
Στους Πόρτλαντ Μπλέιζερς, γνώρισε για πρώτη φορά τον ρόλο του «παγκίτη».
«Ηταν μελαγχολικός. Το καταλάβαινα στη φωνή του. “Πνιγόταν” από την απραξία στους αγώνες, αλλά κάθε μέρα προσπαθούσε περισσότερο στην προπόνηση. Ενιωθα άσχημα, γιατί συγκρινόταν μ’ εμένα που είχα σημαντικό χρόνο συμμετοχής στους Λέικερς», εξιστορούσε ο Ντίβατς για τη συνύπαρξη του με τον Πέτροβιτς στο ΝΒΑ. Με την ανταλλαγή του στους Νετς, ο Πέτροβιτς έγινε και πάλι κυρίαρχος. Την πρώτη χρονιά στο Νιου Τζέρσεϊ είχε μέσο όρο 20,6 πόντους, ενώ την τελευταία, πριν από τον θάνατό του, σκόραρε 22,3 πόντους ανά αγώνα.
«Ηταν ένας ερημίτης του μπάσκετ. Δεν είχε κοινωνική ζωή εκτός μπάσκετ, Ο,τι πολυτιμότερο είχε στον κόσμο ήταν το άθλημα. Οταν του μίλησα για το ΝΒΑ το καλοκαίρι του 1989, είχε ενθουσιαστεί. Πίστευε ότι μπορούσε να τα καταφέρει κι ήθελε πραγματικά να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία. Του είχα πει ότι δεν θα ήταν εύκολο, αλλά το πείσμα αυτού του ανθρώπου μου έχει μείνει αξέχαστο. Τελικά, μόνο ο θάνατος μπορούσε να τον σταματήσει για να μην πετύχει αυτό που έθετε ως στόχο...», κατέληξε στην περιγραφή της σύντομης συνεργασίας τους, ο Κένι Γκραντ.
«Ο Ντράζεν Πέτροβιτς δεν ήταν ένας παίκτης, ήταν ένας θρύλος» είχε πει ο Μαραντόνα όταν επισκέφτηκε τον τάφο του, ενώ ο ανυπέρβλητος Μάικλ Τζόρνταν είχε απεικονίσει με ακρίβεια ποιος ήταν ο Ντράζεν Πέτροβιτς: 
«Ηταν από τους ελάχιστους παίκτες που με κοίταξαν στα μάτια και δεν έδειξαν να με φοβούνται»!

 *Δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή», στις 20 Νοεμβρίου 2010.

Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2013

Υγεία και ευτυχία σε όλους τους ανθρώπους και ευόδωση των προσπαθειών τους


Υγεία και ευτυχία σε όλους τους ανθρώπους. Λευκούς, μαύρους, κίτρινους, κόκκινους, μιγάδες. Ελληνες και ξένους. Απαντες.
Και ειρήνη στον κόσμο. Σε όλον. Και στην Ευρώπη. Αλλά και στην Ασία και στην Αφρική, που τις ξεχνάμε, ωσάν ο κόσμος όλος να είναι μόνο η Ευρώπη.
Είθε το νέο έτος να είναι καλύτερο για όλους μας. Και ό,τι ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ ΚΑΛΟ επιθυμούμε, να το επιτύχουμε. Η καινούργια χρονιά στον ελληνικό αθλητισμό και στον πολιτισμό να κομίσει ακόμη περισσότερες επιτυχίες και αναβάθμιση. Και λιγότερα προβλήματα. Σε κάθε άνθρωπο των γραμμάτων, των τεχνών, των επιστημών και του αθλητισμού, να φέρει ευόδωση των προσπαθειών του. Και η Πολιτεία να συνειδητοποιήσει πράγματι ότι οφείλει να σταθεί ως αρωγός σε αυτούς. Διότι πρέπει να ενστερνισθεί στην πράξη, και όχι στα λόγια (π.χ. «δεσμεύομαι να προσπαθήσω να επιλύσω τα προβλήματά σας»), το λεχθέν, «Η τέχνη και ο αθλητισμός (σημείωση δική μου: ο αγνός αθλητισμός, που δεν σημαίνει, κατ' ανάγκη, μετάλλια και θριάμβους), δείχνουν το πολιτιστικό επίπεδο ενός λαού». Καλή χρονιά και φώτιση σε όλους μας.

Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2013

Ο Χαβανέζος «δούκας» της θάλασσας

Ο Ντιούκ Παόα Καχαναμόκου στις αρχές του 20ού αιώνα έγραψε με χρυσά γράμματα το όνομά του στην ιστορία της κολύμβησης

 

 Του Ν. Α. Κωνσταντόπουλου 

«Βγες έξω και πήγαινε όσο μακριά θέλεις. Ποτέ μη φοβάσαι το νερό».
Η μητέρα Καχαναμόκου, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει με τις περισσότερες μητέρες, που φοβούνται μην πνιγούν τα παιδιά τους στη θάλασσα, προέτρεπε τα δικά της να κολυμπούν, να συμφιλιωθούν με το νερό. Το «πυρ, γυνή και θάλασσα» δεν ίσχυε γι’ αυτήν. Ούτε για τον πατέρα, τον Χαλάπου Ντιουκ Καχαναμόκου. Το δημοτικό σχολείο του Γουαϊκίκι, στη Χονολουλού, βρισκόταν ακριβώς απέναντι από την ακτή. Τι πιο φυσικό, τα παιδιά, μετά το μάθημα, να μπαίνουν στη θάλασσα;
«Ο,τι κάναμε, ήταν συνέχεια, νερό, νερό, νερό. Η οικογένειά μου πιστεύει, ότι έχουμε έλθει από τον ωκεανό. Και εκεί θα γυρίσουμε», έλεγε ο Λούις, ένας από τους έξι γιους και από τα συνολικά επτά παιδιά της οικογένειας. Από μία άποψη, λοιπόν, η μετέπειτα πορεία του Ντιουκ Παόα Καχίνου Μοκόε Χουλικοχόλα Καχαναμόκου ήταν προδιαγεγραμμένη.
Ο Χαβανέζος Αμερικανός, Ντιουκ Παόα Καχαναμόκου γεννήθηκε στις 24 Αυγούστου του 1890. Τριάντα τέσσερα χρόνια αργότερα, στο Παρίσι, προσπάθησε να πετύχει κάτι, που ουδείς κολυμβητής ώς τώρα ακόμη, έχει κατορθώσει: Να πάρει τρία χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια στο ίδιο αγώνισμα. Ισως το πετύχει το 2012, στο Λονδίνο, ο Αμερικανός, Μάικλ Φελπς. Μπορεί και ο συμπατριώτης του, Ααρον Πίρζολ ή και ο Γιαπωνέζος, Κοσούκε Κιτατζίμα.
Ο Καχαναμόκου δεν τα κατάφερε στην πρωτεύουσα της Γαλλίας. Τερμάτισε «μόλις» 2ος, πίσω από τον θρυλικό συμπατριώτη του, Τζόνι Βαϊσμίλερ (τον μετέπειτα Ταρζάν του κινηματογράφου) και μπροστά από τον αδελφό του, Σάμουελ Καχαναμόκου. Αλλά είχε, ήδη, γράψει με χρυσά γράμματα τ’ όνομά του στην ιστορία του αθλητισμού, έχοντας κατακτήσει την 1η θέση στα 100μ. ελευθέρως στους Ολυμπιακούς του 1912, στη Στοκχόλμη (Σουηδία) και σ’ εκείνους του 1920, στην Αμβέρσα (Βέλγιο), αλλά και αρκετά άλλα Ολυμπιακά μετάλλια. Ισως, αν είχαν διεξαχθεί οι Ολυμπιακοί του 1916, που ματαιώθηκαν λόγω του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Φελπς και οι άλλοι απλώς να προσπαθούσαν να ισοφαρίσουν το επίτευγμά του.
Το Ντιουκ δεν ήταν τίτλος. Ηταν όνομα, που πήρε πρώτα ο πατέρας του, που γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1869, προς τιμήν του δούκα του Εδιμβούργου, πρίγκιπα, Αλφρεντ, ο οποίος είχε επισκεφθεί τότε το νησί. Πολλές οικογένειες έδωσαν εκείνον τον καιρό στ’ αγόρια τους ως όνομα τον τίτλο (ντιουκ = δούκας). Ετσι, ο Παόα, ως πρωτότοκος, «κληρονόμησε» αυτό τ’ όνομα. Οταν ο Παόα κατέκτησε την παγκόσμια αναγνώριση μέσω των επιτυχιών του στους Ολυμπιακούς αγώνες, έγιναν προσπάθειες να συνδεθεί το Ντιουκ με βασιλική καταγωγή. «Ο πατέρας μου είναι αστυφύλακας», απαντούσε ο Καχαναμόκου.
Ο Ντιουκ βαπτίστηκε στον ωκεανό, σύμφωνα με μια αρχαία παράδοση στο νησί. Οταν ήταν μικρό αγόρι, ο πατέρας του και ο θείος του τον πήγαν μ’ ένα κανό στ’ ανοικτά και τον πέταξαν πάνω σ’ ένα τεράστιο κύμα. «Επρεπε να κολυμπήσεις. Δεν υπήρχε κάτι άλλο να κάνεις. Αυτό έκαναν οι παλιοί Χαβανέζοι», έλεγε αργότερα ο Ντιουκ.
Κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, ο Ντιουκ Παόα, θεωρήθηκε ως ο πιο ολοκληρωμένος άνθρωπος του νερού. Ο ταχύτερος κολυμβητής του καιρού του και ο καλύτερος σέρφερ, το πρώτο πραγματικά διάσημο «αγόρι της ακτής», όπως τον χαρακτήρισε ο βιογράφος του, Γκρέιντι Τίμονς.
Στις 11 Αυγούστου του 1911, ο Καχαναμόκου, σε αγώνες στο θαλάσσιο νερό στο λιμάνι της Χονολουλού, κατέρριψε το παγκόσμιο ρεκόρ στις 100 γιάρδες (91μ.) με 55.4, βελτιώνοντας το προηγούμενο κατά 4’’6. Επίσης κατέρριψε το ρεκόρ στις 220 γιάρδες και ισοφάρισε των 50. Ομως, η Ενωση Ερασιτεχνικού Αθλητισμού, δεν αναγνώρισε αυτές τις επιδόσεις, παρά έπειτα από πολλά χρόνια. Αρχικά, υποστήριξε, ότι οι κριτές δεν χρησιμοποίησαν χρονόμετρα, αλλά κοινά ρολόγια, έπειτα ότι τα κύματα του ωκεανού βοήθησαν τον Ντιουκ. Η αλήθεια είναι, βέβαια, ότι το θαλασσινό νερό, λόγω της περιεκτικότητάς του σε αλάτι, βοηθάει τους κολυμβητές. Γι’ αυτό, εδώ και πολλά χρόνια, οι επιδόσεις αναγνωρίζονται μόνο αν επιτευχθούν σε γλυκό νερό.
Ο Καχαναμόκου πέθανε στις 22 Ιανουαρίου του 1968 από καρδιακή προσβολή. Για την ταφή του στη θάλασσα, μια μακριά σειρά πενθούντων, που συνοδεύονταν από τιμητική φρουρά 30 αστυφυλάκων, περπάτησε κατά μήκος της ακτής του Γουαϊκίκι. Μετά τη νεκρώσιμη ακολουθία, μια ομάδα παιδιών της ακτής, τραγούδησαν τραγούδια της Χαβάης, στα οποία περιλαμβανόταν και το «Αλόχα Οέ». Οι στάχτες του σκορπίστηκαν στον ωκεανό. Μόνο εκεί θα έβρισκε γαλήνη η ψυχή του. 

Θεωρείται ο «πατέρας» του σύγχρονου σέρφινγκ 
Ο Ντιουκ Kαχαναμόκου στην Ελλάδα δεν είναι πολύ γνωστός. Και αυτοί που έχουν ακούσει τ’ όνομά του τον ξέρουν λόγω των επιτυχιών του στην κολύμβηση. Πόσοι, όμως, γνωρίζουν πως θεωρείται ο πατέρας του σύγχρονου σέρφινγκ; Το σέρφινγκ, μια σανίδα που γλιστράει στη θάλασσα, είναι πολύ διαδεδομένο στη Χαβάη. Με απίστευτη δεξιοτεχνία, οι σέρφερ στέκονται στη σανίδα πάνω σε θεόρατα κύματα.
Στην ακτή του Γουαϊκίκι, ο Καχαναμόκου ανέπτυξε τις ικανότητές του στην κολύμβηση και στο σέρφινγκ. Νέος ακόμη, προτιμούσε ένα παραδοσιακό σερφ, το οποίο αποκαλούσε «πάπα νούι», και ήταν κατασκευασμένο σύμφωνα με τον τρόπο του αρχαίου χαβανέζικου «όλο». Ηταν ξύλινο, είχε μήκος 4,8 μ. και βάρος 52 κ. Αργότερα, ο Ντιουκ χρησιμοποιούσε συχνά μικρότερα σκάφη, αλλά πάντα προτιμούσε τα κατασκευασμένα από ξύλο.
Ηταν ο άνθρωπος που πρώτος έκανε δημοφιλές το σέρφινγκ στην κυρίως Αμερική, το 1912, στη Νότια Καλιφόρνια. Ως ένδειξη της τεράστιας συμβολής του στην εξέλιξη του αθλήματος, μία από τις πρώτες σανίδες του, με τ’ όνομά του χαραγμένο στην πλώρη, εκτίθεται σε μουσείο της Χονολουλού.
Οσο ζούσε στη Ν. Καλιφόρνια, έπαιξε σε αρκετές ταινίες του Χόλιγουντ. Με τον τρόπο αυτόν, ήλθε σ’ επαφή με ανθρώπους που μπορούσαν να κάνουν πιο δημοφιλές το σπορ του σέρφινγκ. Ο Καχαναμόκου εργάστηκε ως ναυαγοσώστης. Στις 14 Ιουνίου του 1925, έσωσε οκτώ άνδρες στην ακτή Νιούπορτ της Καλιφόρνιας. Το ψαροκάικό τους «έπεσε» σε μεγάλα κύματα, ενώ προσπαθούσε να μπει στο λιμάνι. Είκοσι εννέα ψαράδες βρέθηκαν στο νερό και 17 χάθηκαν στα βάθη της θάλασσας. Ο Ντιουκ, χρησιμοποιώντας τη σανίδα του, κατόρθωσε, με γρήγορες διαδρομές από την ακτή στη θάλασσα, να σώσει οκτώ ψαράδες. Δύο άλλοι σέρφερ διέσωσαν άλλους τέσσερις. Ο αρχηγός της αστυνομίας του Νιούπορτ χαρακτήρισε τις προσπάθειες του Καχαναμόκου ως την «πιο υπεράνθρωπη πράξη διάσωσης με σερφ που έχει δει ο κόσμος».
Μεταξύ των Ολυμπιακών Αγώνων αλλά και μετά την ολοκλήρωση της ολυμπιακής του σταδιοδρομίας, ο Καχαναμόκου ταξίδευε σε διάφορες χώρες του κόσμου, κάνοντας κολυμβητικές επιδείξεις. Ηταν σε αυτή την περίοδο που έκανε δημοφιλές το άθλημα του σέρφινγκ, το οποίο πριν ήταν γνωστό μόνο στη Χαβάη. Στις επιδείξεις του, ενσωμάτωνε και επίδειξη στο σέρφινγκ. Η επίσκεψή του στο Σίδνεϊ, στις 23 Δεκεμβρίου του 1914 (μην ξεχνάτε ότι στο νότιο ημισφαίριο τότε είναι χειμώνας) θεωρείται ότι ήταν το γεγονός που συνέβαλε τα μέγιστα στην ανάπτυξη του σέρφινγκ στην Αυστραλία. Η σανίδα του Ντιουκ, κατασκευασμένη από ντόπιο πεύκο, φυλάσσεται στον τοπικό σύλλογο σέρφινγκ.
Δεν ήταν μόνο σπουδαίος κολυμβητής και περίφημος σέρφερ, ο Καχαναμόκου. Επαιζε και πόλο. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1932, μάλιστα, σε ηλικία... 42 ετών, αγωνίστηκε με την εθνική ομάδα των ΗΠΑ. 
«Δεν έχω δει χιόνι και δεν ξέρω τι σημαίνει χειμώνας. Δεν έχω κατέβει ποτέ έναν λόφο με παγωμένη βροχή, αλλά κάθε μέρα, πρωί και βράδυ, με τα κύματα να τινάζονται ψηλά, παίρνω το έλκηθρό μου (σ.σ.: τη σανίδα του σέρφινγκ), χωρίς δρομείς (σ.σ.: τα έλκηθρα του χιονιού συνήθως τα σέρνουν σκυλιά ή άλλα ζώα, ο Ντιουκ κάνει παρομοιώσεις) και κατεβαίνω στην ακτή για ν’ αντιμετωπίσω τα τεράστια κύματα στο Γουαϊκίκι. Πώς σου αρέσει να στέκεσαι όπως ένας Θεός, μπροστά στην κορυφή ενός τερατώδους κύματος, πάντα να κατεβαίνεις με τεράστια ταχύτητα προς τους πρόποδες ενός λόφου (σ.σ.: τη βάση του κύματος, το οποίο παρομοιάζει με λόφο) και ποτέ να μη φτάνεις στη βάση του και να έρχεσαι για μισό μίλι με τεράστια ταχύτητα, με χαριτωμένο τρόπο βεβαίως, έως ότου φθάσεις στην ακτή και βηματίσεις εύκολα από το κύμα στο ρεύμα», είχε πει κάποτε ο Ντιουκ... 

*Δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» στις 13 Νοεμβρίου 2010. Τότε δεν είχαν διεξαχθεί οι Ολυμπιακοί αγώνες του Λονδίνου, στους οποίους ο περίφημος Αμερικανός, Μάικλ Φελπς έγινε ο πρώτος -και μόνος- άνδρας, που έχει κατακτήσει τρία χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια στο ίδιο αγώνισμα της κολύμβησης -και, μάλιστα, το πέτυχε σε δύο: 100μ. πεταλούδας και 200μ. μικτής. 

*Τα Ολυμπιακά μετάλλια του Ντιουκ Καχαναμόκου:
1912: Χρυσό στα 100μ. ελευθέρως, ασημένιο στα 4Χ200μ.
1920: Χρυσό στα 100μ. ελευθέρως και στα 4Χ200μ.
1924: Ασημένιο στα 100μ. ελευθέρως.
Κατέρριψε τρεις φορές το ρεκόρ κόσμου στα 100μ. ελευθέρως: 1'01''6 στις 20 Ιουλίου 1912, 1'01''4 στις 9 Αυγούστου 1918, 1'00''4 στις 24 Αυγούστου 1920, στους Ολυμπιακούς αγώνες.

 *Το άγαλμά του στήθηκε στην ακτή του Γουακίκι. Το πρόσωπό του χρησιμοποιήθηκε σε γραμματόσημο. Τ' όνομά του δόθηκε σε διεθνή αγώνα σερφ, σε σύλλογο σερφ και κανό, σ' εστιατόρια, σε μπαρ και σ' αίθουσα καλλιτεχνικών εκδηλώσεων. 

*Από το 1925 έως το 1967 έπαιξε σε 18 ταινίες. Κάποιες από αυτές ήταν πολύ γνωστές και επιτυχημένες την εποχή τους. Ο Ντιουκ εμφανίσθηκε, όχι σε πρωταγωνιστικούς ρόλους, δίπλα σε διάσημους ηθοποιούς (Τζον Γουέιν, Χένρι Φόντα, Τζακ Λέμον, Ντάγκλας Φέρμπανκς, Τζέιμς Κάγκνι, Μπέτσι Πάλμερ, Γκέιλ Ρασέλ κ.α.), υπό την καθοδήγηση σπουδαίων σκηνοθετών (Τζον Φορντ, Εντουαρντ Λούντβιγκ κ.λπ.). Οι τρεις ταινίες ήταν ντοκιμαντέρ για τον ίδιο, ενώ μία άλλη ήταν σ' επεισόδιο τηλεοπτικής σειράς ντοκιμαντέρ. 

*Οι γονείς του ήταν από διακεκριμένες οικογένειες της Χαβάης. Ηταν "Καουκαουάλιις", δηλαδή ευγενείς ή χαμηλόβαθμοι αρχηγοί φυλής.

Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2013

Το νυχτερινό καφενείο με τ' αψέντι

Το «Νυχτερινό καφενείο».
Του Κυρίου Β* 

Εχει εγκατασταθεί πρόσφατα στ’ ακριτικό νησί ο κ. Αύγουστος Πελλέρης. Αίσθηση έχει δημιουργήσει. Πολύ έχουν συζητήσει γι’ αυτόν οι λιγοστοί προύχοντες - διανοούμενοι της τοπικής κοινωνίας. Είναι, βλέπεις, ’κείνο το δροσερό πνευματικό αεράκι του τέλους του δέκατου ένατου, αρχής του εικοστού, αιώνα. Μονάχα αυτό τον έχει ακολουθήσει κατά πόδας… Έχει αποτυπωθεί στη φιγούρα και τα έργα του. Την προσωπικότητά του έχουν σκιαγραφήσει λίγοι γέροντες, που τους κέρασε τ’ αψέντι. Ο ίδιος δεν μολογά πολλά. Έχει ζήσει δόξες, τιμές, πλούτη, καταξίωση, ασφυξία, εγκατάλειψη. Απλότητα κι’ άδολη χαρά ποτέ. Δεν είχε μετακομίσει ακόμα εδώ σαν είχα ξανάρθει πριν από πέντε μήνες, τα κρυφακούσματα στο καράβι έχουν εξάψει τη φαντασία μου…
Απ’ έξω το καφενείο του μοιάζει με τυπικό αιγαιοπελαγίτικο σπίτι. Μονάχος σερβίρει. Θα το δουλεύει, λέει, Νοέμβρη μ’ Απρίλη. Λειτουργεί μονάχα βράδυ. Γι’ αυτό το λένε «νυχτερινό καφενείο»(1). Δυο πόρτες δίπλα- δίπλα, λες και συμβολίζουν τ’ αδόκιμο έμπα κι έβγα στη ζωή που τόσο δραστικά θέλουν οι πιότεροι ν’ αλλάξουν στα στερνά τους. Μα δεν προκάνουν! Αυτός το πολεμάει…
Ο κ. Πελλέρης ήταν πλούσιος παραγωγός μαργαρίνης. Υπήρξε σκληρός εργοδότης. Τα εργαλεία, που δεν έκαναν τη δουλειά, τα πέταγε αυτοστιγμεί. Ξεχώρισε σαν συλλέκτης έργων τέχνης. Σ’ όλη την ένδοξη επαγγελματική του σταδιοδρομία εμφορούνταν από πραγματισμό, η βιομηχανία του άνθισε, η κρατική μηχανή δίκαια τον παρασημοφόρησε για τ’ αναπτυξιακό του έργο κι ας ξέχασε την υπεραξία που κι άλλοι πρόσθεταν σ’ αυτό. Μα δουλεύοντας νυχθημερόν, άφησε μονάχους γυναίκα και παιδί. Η σύζυγος αποδήμησε σε τόπους χλοερούς με πιότερη, ίσως, ανθρωπιά. Ο γιος, επιστήμονας μεγάλος και τρανός, χάθηκε για πάντα στην πατρίδα της, ως τότε, φιλοσοφίας του, την Αμερική. Ο ίδιος, σαν κατάλαβε πως η βιομηχανική επανάσταση δε βελτίωσε την ποιότητα ζωής, όχι μόνο των κοινωνικά κατώτερων μα και τη δική του, έδωσε κάμποσο δίκιο στους ωφελιμιστές «η μεγαλύτερη ευτυχία για το μεγαλύτερο αριθμό». Πούλησε την επιχείρηση και κίνησε για το νησί. Έτσι αποχωρίστηκε και την αυτοπροσωπογραφία του Χοάν Μιρό. Ήταν το πράσινο φόντο της ελπίδας, το σύμβολο της επιχείρησης που χρόνια κι’ άλλα χρόνια κοσμούσε το γραφείο του -ένας βραχύσωμος γεροδεμένος αστός, με στρογγυλό κεφάλι, ξυρισμένο ωχρό πρόσωπο, λεπτά αρμονικά χαρακτηριστικά, βλέμμα και κινήσεις ζωηρές, αυστηρό σακάκι και παπιγιόν. Δημιουργικότητα και πειθαρχία του ενέπνεε αυτή η εικόνα. Άλλο, βέβαια, αν τόσα χρόνια ασφυκτιούσε στα δικά του πρέπει… Τώρα, πια, ήταν σίγουρος πως η μόνη δικαιολογία για να περιορίσεις κάποιον είναι για να μη βλάψει κάποιον άλλο.
Ο περίπλους του ματιού στα ζωηρά χρώματα του καφενείου «Auguste Pellerin»(2) συναρπάζει.
Πράσινο ταβάνι και κατακόκκινοι τοίχοι αντανακλούν το χρυσάφι που διαχέουν τ’ ασύμμετρα κρεμασμένα μπακιρένια φωτιστικά. Ολόγυρα στους τοίχους απλωμένα τα καφετιά ποδαρικά των τραπεζιών με τις γαλαζοπράσινες τάβλες, φιλοξενούν μπλε καράφες μ’ αψέντι και ψηλόλιγνα ποτήρια. Λίγοι οι θαμώνες στις ωχρές ψάθινες καρέκλες, μοιάζουν απομονωμένοι, εγκαταλελειμμένοι, απόντες. Διάχυτη η μυρουδιά της αιθυλικής αλκοόλης, μόλις κι αργοζεσταίνει τους ψυχροαίματους. Ένα άδειο τραπέζι μπιλιάρδου στην απέραντη έρημο της μεσοχώρας της αίθουσας ρίχνει βαριά καφετιά σκιά στο κίτρινο πάτωμα. Η γκροτέσκα φιγούρα του κ. Πελλέρη, με τα χέρια σταυρωμένα πάνω στη λαχανί μπάρα, φαντάζει ακίνητη, συγκεντρωμένη, απόκοσμη. Γεωμετρικά ελλειπτικό πρόσωπο, φαρδύ στρογγυλεμένο μέτωπο, μάτια και φρύδια κατάμαυρα, λευκό γενάκι, μαύρο κουστούμι και γραβάτα, κρεμ πουκάμισο.
Το αλκοόλ που ’χω κατεβάσει, τροποποιεί τη συνήθη σεβαστική συμπεριφορά μου. Του γνέφω με τα μάτια, όπως όλοι οι πελάτες. Η στατική φιγούρα βρίσκει με μιας τη θαυμαστή ρωμαλεότητα του κάρμα της και με προσεγγίζει γοργά. Το βλέμμα σπινθηρίζει. Με τρατάρει. Του ψιθυρίζω πως έφερνε σ’ άγαλμα μοντερνικό τόση ώρα ασάλευτος, τον ρωτώ πού τρέχει ο λογισμός του.
«Στη μοναδικότητα τ’ ατόμου, τη σημασία της πνευματικότητας, τη δύναμη της τέχνης. Η φύση υπερέχει του πολιτισμού, το συναίσθημα της ευφυΐας. Ο άνθρωπος είναι από φυσικού του καλός, οι θεσμοί τον κάνουν κακό», φιλοσοφεί ρομαντικά.
«Να κι ο μοναδικός μου φίλος σ’ εξήντα κάτι χρόνια. Με παίρνει στο σκάκι, τον τρώω στη ντάμα», μ’ αποκρίνεται κι ανταλλάσσει νεύμα γελαστό με τον ρυτιδιασμένο γέροντα στο διπλανό τραπέζι που μας θωρεί με σιωπηλή καρτερία.
Πέντε χρόνια αργότερα, εβδομηντάρης θα ’ναι πια, λίγη θα του ’χει μείνει απ’ του νέου αγρότη τη ζωηράδα. Το καφενείο δε θα το δουλεύει πια, στο δήμο δωρισμένο θα ’ναι. Δόξα θ’ αποδίνει σ’ εκείνον που κάνει το σωστό μηδέ για πλούτη και τιμές, μηδέ γι’ αμαρτιών άφεση, μ’ απλά γιατί ’ναι για κείνον το σωστό. Ο λογισμός του Σαρτρ, πως ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα περσότερο απ’ αυτό που μονάχος γίνεται, θα τον εκφράζει. Τη συγκομιδή της εύφορης χωραφίνας του, σ’ έχοντες ανάγκη θα μοιράζει.
Τον βλέπω «καπνιστή πίπας»(3), καθισμένο σε καρέκλα, φανερά κουρασμένο με γερτούς τους ώμους. Τα χέρια του θα ’ναι ροζιασμένα, τ’ αριστερό στο πόδι, το δεξί ακουμπισμένο στο τραπέζι θα στηρίζει ένα κεφάλι με χωριάτικο καπέλο. Η μελαγχολική έκφραση στα μάτια θα ’ναι για το ρυτιδιασμένο γέροντα φίλο που του ’φυγε πέρσι, για το καφενείο που ο δήμος αφήνει να ρημάζει. Νοιώθω πως θα μου γνέφει χαμογελαστά σαν θα μ’ αντικρίζει στην κυριακάτικη περατζάδα της καταγάλανης παραλίας, ασχέτως μποφόρ καιρού κι' ανθρώπων.
Ξυπνώ αλαφιασμένος. Τι αλλόκοτη ονειροφαντασία και τούτη! Ο φροϋδικός ψυχισμός των ονείρων αποτελεί tabula rasa για μένα. Ένας απλός μεταπτυχιακός φοιτητής της φιλοσοφικής είμαι. Μόλις χτες ξεκίνησα την εργασία μου. «Η διαχρονικότητα των αλληλεπιδράσεων ζωγραφικής και φιλοσοφίας», το θέμα.

Τον πρωτάρη δόκτορα συντρόφεψαν οι ελαιογραφίες των βαν Γκόγκ (1), Ματίς (2) και Σεζάν (3). 

Σημείωση μπλογκ: Tabula Rasa είναι η λατινική έκφραση του όρου «άγραφος πίνακας». Αναφέρεται στην επιστημολογική, που υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος δεν γεννιέται με προϋπάρχουσες, έμφυτες γνώσεις, αλλά αυτές αποκτώνται μέσω της εμπειρίας, των βιωμάτων και της αντίληψής του. 

*Ο Κύριος Β’ είναι ένας σεμνός, αλλά και πεισματάρης φίλος, ο οποίος, όπως λέει, γράφει, όχι για να γίνει γνωστός, αλλά γιατί του αρέσει. Γι’ αυτό δεν επιθυμεί την δημοσίευση του ονόματός του. Ούτε καν των αρχικών του.

Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2013

Πολυτέλεια ο αθλητισμός; Ναι, για την κυβέρνηση.

«Ο αθλητισμός έχει τη δύναμη ν' αλλάξει τον κόσμο. Την δύναμη να εμπνεύσει. Την δύναμη να ενώσει τον κόσμο, μ' ένα τρόπο, που λίγοι άλλοι μπορούν να πετύχουν. "Μιλάει" στους ανθρώπους σε μια γλώσσα που αντιλαμβάνονται. Ο αθλητισμός μπορεί να δημιουργήσει ελπίδα, εκεί όπου πριν υπήρχε μόνο απελπισία».
Νέλσον Μαντέλα 














Του Ν. Α. Κωνσταντόπουλου

Αυτό που είχε κατανοήσει πλήρως ένας μαύρος, σε μια χώρα, υποτίθεται, απολίτιστη, δεν φαίνεται να εχουν αντιληφθεί και ενστερνισθεί (παρά τα λόγια - πομφόλυγες των εκάστοτε, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, υπουργών και υφυπουργών, τυπικά, αρμόδιων για τον αθλητισμό) οι κυβερνώντες μας. Ο αθλητισμός βρίσκεται υπό διωγμό στην χώρα, όπου τον εμπνεύσθηκαν και γεννήθηκε. Και πρέπει εδώ να καταστήσω ξανά σαφές, πως, όταν μιλώ ή γράφω για αθλητισμό, δεν εννοώ τον πρωταθλητισμό. Είναι δύο έννοιες με κοινή αφετηρία μεν, αλλά στην πορεία αφίστανται.
Οσοι ζούμε στην Ελλάδα και κινούμαστε εντός του αθλητισμού, έχουμε συνειδητοποιήσει, ότι αυτός θεωρείται, πλέον, είδος πολυτελείας, το οποίο, μάλιστα, εμμέσως φορολογείται. Διότι, τι άλλο από φορολόγηση είναι η καθιέρωση εισιτηρίου σε πολλές αθλητικές εγκαταστάσεις και η απαίτηση πληρωμής ακόμη και από εν ενεργεία αθλητές; Και δεν είναι έμμεση φορολόγηση και η καταβολή μηνιαίου αντιτίμου από τους γονείς των μικρών αθλητών, οι οποίοι προπονούνται στις αποκαλούμενες «ακαδημίες», δηλαδή τις σχολές των σωματείων; 
Και ας μη μας πούν ότι το ίδιο συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Είναι μια «καραμέλα», που όχι μόνο δεν μπορούμε να την καταπιούμε αμάσητη, αλλά και έχει λιώσει, πλέον, από την μεγάλη χρήση της από την κυβέρνηση. Ας φθάσουμε πρώτα στο επίπεδό τους σε κοινωνικές παροχές, υγεία, παιδεία, πρόνοια, οργάνωση του κράτους, σεβασμό αυτού προς τους πολίτες, κι ας ζητήσουν έπειτα ανάλογους φόρους.
Εχει λεχθεί πως «η τέχνη και ο αθλητισμός δείχνουν το πολιτιστικό επίπεδο ενός λαού». Δυστυχώς, τούτο δεν ισχύει για την Ελλάδα. Διότι, όπως έχουμε γράψει και στο παρελθόν σε αυτό το βήμα και στην «Καθημερινή», και τέχνη (για την ακρίβεια, καλλιτέχνες) διεθνούς επιπέδου διαθέτουμε και καλό πρωταθλητισμό. Πολιτισμό, όμως, δεν έχουμε. Ούτε πραγματικό αθλητισμό.
Τέτοιον δεν διαθέταμε ακόμη και στην εποχή των «παχειών αγελάδων». Είχαμε πρωταθλητές, είχαμε μεγάλες και εντυπωσιακές συλλογές μεταλλίων, αλλά πραγματικό αθλητισμό, όχι. Πάντως, είχαν πραγματοποιηθεί σημαντικά βήματα προόδου και στην ανίχνευση ταλέντων και στην αξιοποίησή τους και στην προσπάθεια στήριξής τους, ώστε να παραμείνουν στον αθλητισμό. Πόρρω απείχαμε από το επιθυμητό επίπεδο, αλλά, επαναλαμβάνω, είχαμε καλύψει μέρος της απόστασης που μας χώριζε από αυτό.
Η οικονομική κρίση κτύπησε και τον αθλητισμό. Ετσι, χρόνο το χρόνο, εδώ και, τουλάχιστον, μια τετραετία, μειώνονται δρματικά τα ποσά που διατίθενται από το κράτος γι' αυτόν. Και τώρα ακούγεται ότι για το 2014, η μείωση, σε σχέση με το 2013, θα φθάσει το 50% και η επιχορήγηση θ' ανέλθει (σωστότερα, θα κατέλθει) στα περίπου 12-12,5 εκατ. ευρώ. Οσο για τις χορηγίες, αυτές κάθε έτος είναι και πιο δυσεύρετες και σαφώς χαμηλότερες από ό,τι παλαιότερα.
Σύμφωνα με πληροφορίες σχετικά με τους προυπολογισμούς των ομοσπονδιών, απαιτούνται περίπου 11 εκατ. για ασφαλιστικές εισφορές και μισθοδοσίες των υπαλλήλων και για ανελαστικά έξοδα. Συνεπώς, αν τελικά αυτές επιχορηγηθούν με 12 εκατ. για το καθαρά αθλητικό έργο, θ' απομείνει ένα εκατομμύριο...
Την ίδια ώρα, τα προβλήματα στις αθλητικές εγκαταστάσεις είναι πολλά. Και συνεχώς αυξάνονται. Ο,τι χαλάει, σχεδόν ουδέποτε επιδιορθώνεται. Πολύ περισσότερο δε, δεν αντικαθίσταται. Η κακή συντήρηση και η έλλειψη εξοπλισμού δυσχεραίνει το έργο των προπονητών και των αθλητών. 
Παράλληλα, για άλλη μία περίοδο, κολυμβητήρια παραμένουν κλειστά λόγω έλλειψης χρημάτων για προμήθεια πετρέλαιου  θέρμανσης. Και σε αυτό το πρόβλημα προστέθηκε φέτος εκείνο με την αδειδότηση των αθλητικών εγκαταστάσεων. Περισσότερο από αυτό έχει πληγεί η Κολυμβητική Ομοσπονδία (ΚΟΕ),
Πολλά τα προβλήματα των αθλημάτων της πισίνας.
αφού αγώνες κολύμβησης ματαιώθηκαν (μια διεθνής διοργάνωση, μάλιστα, που επρόκειτο να τελεσθεί στην Θεσσαλονίκη, ακυρώθηκε την τελευταία στιγμή, με συνέπεια τον διασυρμό της Ελλάδος), μια ομάδα (Κέρκυρα) μηδενίσθηκε στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος πόλο της Α1 ανδρών, άλλες μετακομίζουν από
«χωρίον εις χωρίον» και το πρωτάθλημα γίνεται τραγέλαφος. Αλλά και μια διοργάνωση καταδύσεων ματαιώθηκε εξαιτίας προβλημάτων στην ομαλή λειτουργία του κλειστού καταδυτηρίου του Αγίου Κοσμά ΕΑΚ, το οποίο -με βάση τα σημερινά δεδομένα- αποτελεί τον μοναδικό χώρο διεξαγωγής των αγώνων του αθλήματος.
Και μέσα σε αυτήν την ζοφερή κατάσταση, ο υφυπουργός Αθλητισμού, Γιάννης Ανδριανός, στη συζήτηση στην Βουλή για τον προϋπολογισμό, είχε τονίσει:
«Στόχος μας, να συνεχιστεί το νοικοκύρεμα της διαχείρισης, με την αποφυγή δημιουργίας νέων ληξιπρόθεσμων χρεών και την ρύθμιση των εκκρεμοτήτων που έρχονται από το χθες. Μέσα σε δύσκολες συνθήκες, προχωράμε σε πολιτικές εξορθολογισμού που ήδη αποδίδουν αποτελέσματα, τόσο στην αντιμετώπιση της σπατάλης, όσο και στην αύξηση της αποτελεσματικότητας
».
Με άλλα λόγια, μη περιμένετε πολλά. Αντίθετα, να περιμένετε λίγα. 
Οι συνεπείς, και με ισχυρή μνήμη, αναγνώστες του μπλογκ, ίσως θυμάστε, τι είχαμε γράψει για τον κ. Ανδριανό στις 28 Ιουνίου, υπό τον τίτλο: «Μικρές προσδοκίες»:
«Δημοσιογράφος, με πανεπιστημιακές σπουδές μεν, αλλά σε παντελώς διαφορετικό τομέα, δεν γεννά μεγάλες προσδοκίες στους ανθρώπους του αθλητισμού. Μερικές φορές, όμως, η άγνοια μπορεί ν' αποδειχθεί καλός "σύμβουλος". Αρκεί ο φορέας της εξουσίας να γνωρίζει πως... δεν γνωρίζει και να επιλέξει τους κατάλληλους συμβούλους, των οποίων η παρουσία δίπλα του δεν θα είναι τυπική. Αντιθέτως, έχει αποδειχθεί πως, αν ο ειδήμων είναι αλλαζών, τότε είναι χειρότερος από τον άσχετο. Ας ελπίζουμε, λοιπόν, ότι οι μικρές προσδοκίες μας θα διαψευσθούν». Εως τώρα, επιβεβαιώνονται, δυστυχώς, οι μικρές προσδοκίες μας. Επί πλέον, ως φαίνεται ο ρόλος του είναι μάλλον υποβαθμισμένος, σε σχέση μ' εκείνον των προκατόχων του.
Και σαν να μη έφθαναν όλα αυτά, η άθληση παραμερίζεται και υποβαθμίζεται και στα σχολεία, δεδομένου ότι οι ώρες του μαθήματος της Φυσικής Αγωγής μειώθηκαν περαιτέρω.
Θεωρείται, λοιπόν, πολυτέλεια ο αθλητισμός (προσέξτε, το ξαναλέω, αναφέρομαι στον αθλητισμό όχι στον πρωταθλητισμό) για την σημερινή κυβέρνηση; Φοβούμαι, ναι. Γι' αυτό, ως επίλογο θα τους θυμίσω κάτι που είχε επισημάνει ένας δικός τους άνθρωπος, ο προκάτοχος τού κ. Ανδριανού, ο Γιάννης Ιωαννίδης: 
«Για κάθε ένα ευρώ που δαπανάται για τον αθλητισμό, γλυτώνουμε επτά ευρώ για την υγεία». Ας το έχουν υπ' όψη τους.

Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2013

Δικαίωμα στην ελπίδα (νέο, συμπληρωμένο)

Δεν βρίσκεται πρώτη φορά η Μάντσεστερ στον δρόμο του Ολυμπιακού. Οι φίλοι του περιμένουν κάτι καλύτερο φέτος. Επαρκεί ο... Πελέ γι' αυτό; Αμφίβολο.
Του Γιάννη Κουκουλά

Oταν θα μπορούσε να του τύχει κάποια Μπάγερν, Μπαρτσελόνα ή Ρεάλ Μαδρίτης, η κλήρωση με την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ φαντάζει… ευνοϊκή για τον Ολυμπιακό. Φυσικά, όσο κι αν η αγγλική ομάδα φέτος προσπαθεί να βρει τον εαυτό της στην μετά Φέργκιουσον εποχή (και, ως φαίνεται στους πρόσφατους αγώνες της, το κατορθώνει), αποτελεί τεράστιο εμπόδιο στην επιδίωξη των «ερυθρολεύκων» να περάσουν στους «8» του Τσάμπιονς Λιγκ.
Αυτό το γνωρίζουν στο Πειραιά, όσο κι αν ο Μίτσελ, ως ώφειλε, έδειξε αισιόδοξος. Εξάλλου, ελάχιστοι πίστευαν πως οι «ερυθρόλευκοι» θα έδιναν «το παρόν» στην παρούσα φάση, όταν είχαν γίνει γνωστοί οι αντίπαλοί του στους ομίλους. Τότε, ακόμα και η τρίτη θέση, με δικαίωμα συμμετοχής στο Γιουρόπα Λιγκ, εθεωρείτο επιτυχία.
Ο νεοαποκτηθείς Πορτογάλος, Πελέ, πιθανόν θα ενισχύσει την μεσαία γραμμή του Ολυμπιακού. Αρκεί, όμως, αυτός για ν' απειληθεί η Μάντσεστερ; Πολύ αμφιβάλλω.
Στην φάση των 32 του Γιουρόπα Λιγκ, ο ΠΑΟΚ θα συναντήσει την Μπενφίκα. Την ομάδα που έστειλε στην δεύτερη, τη τάξει, διοργάνωση, ο Ολυμπιακός. Και η οποία, όπως αποδείχτηκε, δεν είναι άτρωτη, παρά το τεράστιο προϋπολογισμό της και την μεγάλη της ιστορία στα ευρωπαϊκά γήπεδα.
Εάν την αποκλείσει, τότε ο «Δικέφαλος» του Βορρά θα έχει την ευκαιρία να φτάσει ακόμα πιο ψηλά, αφού στους «16» είναι πιθανόν να βρει μπροστά του την παλιά του γνώριμη, Τότεναμ, η οποία παίζει με την ουκρανική, Ντνίπρο. Η αγγλική ομάδα είναι το φαβορί, όμως πιστεύω πως δεν αποτελεί ανυπέρβλητο εμπόδιο για την ομάδα του Στέφενς. Αν και εφόσον, βεβαίως, αυτή ενισχυθεί στην μετεγγραφική περίοδο του Ιανουαρίου.
Φυσικά, έως την διεξαγωγή των αγώνων τον Φεβρουάριο, πολλά μπορούν να έχουν συμβεί. Θετικά ή αρνητικά. Και για τις τέσσερις ομάδες. 

Οι πλούσιοι, πλουσιότεροι 
Είναι σίγουρο πως η διοργάνωση του Τσάμπιονς Λιγκ είναι η πιο επιτυχημένη, οικονομικά, διοργάνωση του ποδοσφαίρου. Προσφέρει εκατομμύρια ευρώ στους συλλόγους που μετέχουν και σε όσους ασχολούνται επαγγελματικά μ’ αυτήν. Από τους διαιτητές μέχρι εκείνους που στρώνουν το… σεντόνι στην σέντρα πριν από κάθε αγώνα.
Πιστεύω, όμως, όσο κι αν η ΟΥΕΦA διαφημίζει το «προϊόν» της, υπάρχουν τεράστιες αγωνιστικές αδικίες εις βάρος των ομάδων που συμμετέχουν. Και στην φάση των ομίλων, αλλά και σ’ αυτήν των «16». Αυτό το συμπέρασμα βγαίνει, ρίχνοντας μία ματιά στις βαθμολογίες των οκτώ ομίλων, αλλά και το πώς μπήκαν οι ομάδες στις κληρωτίδες.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το έχουμε φέτος. Η ρωσική, Ζενίτ πήρε το εισιτήριο με μόλις έξι μόνο βαθμούς -αποτελεί ρεκόρ- και έμεινε εκτός η ιταλική, Νάπολι που συγκέντρωσε δώδεκα! Αν αυτό δεν αποτελεί αδικία και αναξιοκρατία, τότε τι είναι;
Δεν πανηγύρισαν και στο τέλος οι παίκτες της Νάπολι.

Ομως, πέρα από αυτήν την βαθμολογική αδικία, υπάρχει η περιβόητη, πλέον, «τελευταία αγωνιστική».
Σε αυτήν, οι «αδιάφοροι» αντιμετωπίζουν εκείνους που καίγονται για βαθμούς. Αν ανατρέξουμε σ’ αυτά τα παιχνίδια, οι περιπτώσεις που οι πρώτοι στάθηκαν στο ύψος τους και σεβάστηκαν την ιστορία και τ' όνομά τους, είναι λίγες.
Ο Ολυμπιακός δικαούται να θεωρείται από τους «άτυχους» στην ιστορία του θεσμού, διότι τέσσερις φορές έχει βρεθεί εκτός των «16» με εννέα βαθμούς. Στους «τυχερούς» μπορούμε να κατατάξουμε την Μίλαν καθώς φέτος πέρασε με εννέα και έφτασε τις πέντε περιπτώσεις, στις οποίες προκρίθηκε με τους ίδιους ή λιγότερους. Οπως και τον Παναθηναϊκό, που βρέθηκε δύο φορές στην επόμενη φάση με οκτώ.
Θα πείτε, στο ποδόσφαιρο, και γενικά στον αθλητισμό, το κίνητρο είναι ένα από τους βασικούς λόγους που οδηγεί στην επιτυχία. Χωρίς αυτό, η αδιαφορία κερδίζει έδαφος. Αλλά ποιος μπορεί να πείσει πως η αιτία είναι μόνο αυτή; Πώς να πιστέψει ο οπαδός της Νάπολι, ότι η γερμανική, Ντόρτμουντ πήρε «καθαρά» το διπλό στην Μασσαλία (Γαλλία), την ώρα που η Ατλέτικο Μαδρίτης δεν «χαριζόταν» στην πορτογαλική, Πόρτο, όπως και η Αούστρια στην Ζενίτ στην Βιέννη;
Φυσικά όλα αυτά, ουδόλως ενδιαφέρουν τον Μισέλ Πλατινί και την παρέα του. Ούτε, βέβαια, τα καταφανέστατα λάθη των διαιτητών, όπως αυτό, στο δεύτερο γκολ της γερμανικής, Σάλκε, που τέσσερις παίκτες της γερμανικής ομάδας ήταν σε θέση οφσάιντ! Ποιος θα ασχοληθεί τώρα με την «σφαγή» της ελβετικής, Βασιλείας; Είναι λεπτομέρειες που δεν αγγίζουν τους «έχοντες και κατέχοντες» του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
Γι' αυτό και φροντίζουν να δυναμώνουν ακόμα περισσότερο, τους ισχυρούς, δίνοντας τους περισσότερα χρήματα. Πώς; Με τον τρόπο που τους επιτρέπουν στην φάση των «16», να μην παίζουν μεταξύ τους ομάδες προερχόμενες από τις ίδιες χώρες.
Τέσσερις γερμανικές, άλλες τόσες αγγλικές και τρεις ισπανικές ήταν παρούσες στην κλήρωση. Οι οποίες, φυσικά, δεν  κληρώθηκαν αντίπαλοι σ’ αυτή τη φάση. Με αποτέλεσμα, πιθανότατα, όλες να βρεθούν στους «οκτώ», αυξάνοντας κατά πολύ τις καταθέσεις τους στις τράπεζες.
Τούτο εκτιμούν πολύ οι ευεργετημένοι, που με κανένα τρόπο δεν θα ήθελαν να αλλάξει το άδικο αυτό σύστημα. 
gianniskoukoulas@gmail.com

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2013

Καλές επιδόσεις από βετεράνους, προβληματισμός για τον στίβο

Ο κορυφαίος Ελληνας σφυροβόλος όλων των εποχών, Αλέξανδρος Παπαδημητρίου. Πολύ δύσκολα θ' αναδειχθεί ξανά τέτοιος. Και, πάντως, όχι με τις τωρινές συνθήκες.
Με μερικές καλές επιδόσεις, που σημειώθηκαν στον Αγιο Κοσμά, στο «Γκαλά ρίψεων», το οποίο διοργάνωσε ο ΣΕΒΑΣ Κωνσταντινουπολιτών αλλά και στα «Μαλατίδεια», τα οποία διεξήχθησαν σχεδόν ταυτόχρονα με διοργανωτή τον ΣΕΒΑΣ Πειραιώς, ολοκληρώθηκε η αγωνιστική περίοδος του ανοικτού στίβου στην Ελλάδα. Τρεις από τις επιδόσεις θα περιληφθούν στο βιβλίο του ΣΕΓΑΣ με τις 50άδες (σε όσα αγωνίσματα υπάρχουν τέτοιες). Είναι του Απόστολου Βότση, του Θανάση Καλαντζή και του Γρηγόρη Δέδε (ΣΕΒΑΣΚ) στην σφυροβολία. Γι' αυτό ο Καλαντζής και ο Δέδες (έρριξε 21,14 μ.), που δεν είναι καν σφυροβόλος, αγωνίσθηκαν με το όργανο των 7,26 κ. και όχι με των 6, που είναι της ηλικιακής κατηγορίας τους. Στην σχετική λίστα περιλαμβάνονται στην σφυροβολία και ο Γαζής, ο οποίος έχει σημειώσει καλύτερη επίδοση μέσα στο 2013, και ο Γεωργίου, που δεν αγωνίσθηκε στο συγκεκριμένο αγώνισμα.
Στην σφυροβολία είχε τεθεί από την στατιστική υπηρεσία του ΣΕΓΑΣ ως όριο, επίδοση 20μ. με το όργανο των 7,26 κ., για να περιληφθεί κάποιος στις λίστες με τους καλύτερους, όσο κι αν μπορούμε να μιλήσουμε για καλύτερους με... 20μ., όταν προ, όχι πολλών, ετών, για να μπεί κάποιος στην 50άδα χρειαζόταν να ξεπεράσει τα 40, ακόμη και τα 43μ. Τώρα, μόλις 45 αθλητές υπερέβησαν τα... 20μ...
Είναι και αυτό (η γενική πτώση του επιπέδου των επιδόσεων στον στίβο, όχι ειδικά στην σφυροβολία, απλώς σε αυτήν είναι ίσως πιο αισθητή) συνέπεια της οικονομικής κρίσης, αλλά και της προ ετών (το 2008) αλλαγής πολιτικής στα κίνητρα και στα προνόμια στον αθλητισμό. Τούτο, όμως, είναι θέμα για άλλη, μεγάλη, "συζήτηση". 
Ανά αγώνισμα ξεχώρισαν οι:
Σφυροβολία: 45-49 ετών (όργανο 7,26 κ.): Απ. Βότσης (ΣΕΒΑΣ Αθηνών και Πανελλήνιος) 42,91μ. 55-59 (7,26κ.): Αθ. Καλαντζής (ΣΕΒΑΣ Αθηνών και Πανιώνιος) 31,45. 
Σφαιροβολία: 35-39 ετών (7,26κ.): Δ. Γαζής (είναι δεκαθλητής, ΣΕΒΑΣΚ και Αμεινίας ο Παλληνεύς) 11,62. 55-59 (6κ.): Ι. Λεκατσάς (παλαιός πρωταθλητής του δεκάθλου, ΣΕΒΑΣΚ και ΑΟ Π. Φαλήρου) 11,16. 70-74 (4κ.): Σπ. Τουρκομανώλης (ΣΕΒΑΣΚ) 9,95. Γυναίκες: 55-59 (3 κ.): Χλ. Αγγλούπα (ΣΕΒΑΣ Αθηνών) 8,00. 80-84 (3 κ.): Στ. Φώτα (ΣΕΒΑΣ Πειραιά) 5,12.
Δισκοβολία: 35-39 (2 κ.): Γαζής 32,17. 45-49 (2 κ.): Ν. Γεωργίου (ΣΕΒΑΣ Πειραιώς και Ανδριακός Ο.Φ.) 31,88. 65-69 (1 κ.) Γ. Μπίρης (ΣΕΒΑΣ Αθηνών) 37,14. 
Ακοντισμός: 35-39 (0,8 κ.): Ι. Χατζηβασιλείου (ΣΕΒΑΣΚ και Πειραϊκός) 47,82. 45-49 (0,8): Γεωργίου 39,30 (με μόνο μία βολή, χωρίς προθέρμανση και με απλά παπούτσια). 60-64 (0,6 κ.): Γρ. Τρυφωνίδης (ΣΕΒΑΣΚ) 29,72. 65-69 (0,6): Κ. Μπούμπας (ΣΕΒΑΣ Αθηνών) 28,54. 75-79 (με ακόντιο βάρους 600 γραμμαρίων, αντί 500, που είναι της κατηγορίας): Γρ. Σαββίδης (ΣΕΒΑΣ Αθηνών) 23,38. 

Πρωτιά στην Μαλαισία στην άρση βαρών
Με την πρώτη θέση στην κατηγορία του (ηλικιακή 55-59 ετών, σωματικού βάρους 85 κιλών) επέστρεψε από την Μαλαισία ο παλαιός πρωταθλητής Ελλάδος, 58χρονος, Νίκος Γαλιατσάτος, που αγωνίσθηκε στο 1ο Παγκόσμιο Κύπελλο Διαχρονικών Αθλητών Αρσης Βαρών. Ανύψωσε 75 κιλά στο αρασέ και 107 στο επολέ ζετέ, φθάνοντας τα 182κ. στο σύνολο. 
Την Ελλάδα εκπροσώπησε και η Νίνα Μαγκομέντοβα, η οποία το Καλοκαίρι είχε αναδειχθεί 2η στο παγκόσμιο πρωτάθλημα στην κατηγορία της (40-44 ετών, 53κ.), έχοντας, ταυτόχρονα, σημειώσει, με βάση την διεθνή βαθμολογία, την 2η επίδοση (138 κ. με 60-78) των αγώνων σε όλες τις κατηγορίες βάρους και ηλικίας των γυναικών. Δυστυχώς, στην Μαλαισία ακυρώθηκε στο αρασέ στα 62 κ. κι' έχασε την ευκαιρία ν’ αναδειχθεί καλύτερη αθλήτρια της διοργάνωσης και να πάρει το χρηματικό έπαθλο των 6.000 δολαρίων.

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Το κορίτσι… καθεστώς της γυμναστικής

Η Νάντια Κομανέτσι «έντυσε» τον μύθο της με επιτυχίες, σκάνδαλα, αλλά και επιλογές που προκαλούσαν αντιδράσεις

Της Σπυριδούλας Σπανέα

«Δεν φεύγω μακριά από μια πρόκληση επειδή φοβάμαι. Αντίθετα, τρέχω προς αυτήν, επειδή ο μόνος τρόπος να δραπετεύσεις από τον φόβο είναι να τον τσαλαπατήσεις με τα πόδια σου».
Aυτές οι λέξεις ανήκουν στη Νάντια Κομανέτσι. Αποτελούν στάση ζωής για την κορυφαία Ρουμάνα γυμνάστρια. Τις ακολούθησε στην τρυφερή παιδική της ηλικία, όταν εκτελούσε χωρίς φόβο δύσκολες ασκήσεις, τις έκανε πράξη τότε που, ως Ολυμπιονίκης, απείλησε τους κατασκόπους που της είχε «φορτώσει» ο Τσαουσέσκου, ότι θα αυτοκτονήσει με χλωρίνη, γιατί δεν αντέχει την πίεση, αλλά και όταν αυτομόλησε από τη γενέτειρά της.
Για το κορίτσι, που στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ (Καναδάς), άφησε με τις επιδόσεις του άφωνους τους φίλους της γυμναστικής, έχουν χυθεί τόνοι μελάνης. Στην αυτοβιογραφία της έρριξε όσο φως η ίδια επιθυμούσε σε κάποιες από τις «σκοτεινές» πλευρές της ζωής της.
Πολλές ιστορίες αγκαλιάζουν τ' όνομά της. Μύθοι ή πραγματικότητα; Σκάνδαλα ή κακές επιλογές; Το ξέρει μόνο η ίδια. Το σίγουρο είναι ένα: κανένα ουράνιο δώρο δεν έπεσε του μικρού κοριτσιού από την Ονέστι. Τα πάντα οφείλονται σε σκληρή δουλειά και μεγάλη πνευματική ευστροφία.
Το 1961, σε μια εργατούπολη της Ρουμανίας, την Ονέστι, μια έγκυος νοικοκυρά, η Στεφανία Αλεξάντρινα, παρακολουθεί μια ρωσική ταινία, τη Ναντέγιατσγια (ελπίδα στα ρωσικά). Στις 12 Νοεμβρίου γεννάει ένα κοριτσάκι. Οι γιατροί την ενημερώνουν ότι στο κεφάλι της μικρής υπάρχει μια κύστη με υγρό και ότι, ακόμα και εάν το βρέφος ζήσει, θα πάσχει από νοητική υστέρηση. Η μητέρα θυμήθηκε τη ρωσική ταινία και ονόμασε το μωρό Νάντια. Θα μπορούσαν να την είχαν φωνάξει και «Τύχη», γιατί όχι μόνο η κύστη εξαφανίστηκε, αλλά και γιατί, όταν επέστρεψαν στο σπίτι τους, εξαιτίας μιας χιονοθύελλας κατέρρευσε η στέγη πάνω από το κρεβάτι της Νάντια, μόνο που η μικρή σώθηκε, γιατί λίγα δευτερόλεπτα νωρίτερα, τυχαία, την είχε απομακρύνει από εκεί ο παππούς της.
«Αχ και να ’βλεπες πόσο μεγάλη είναι η μύτη σου», λένε στη Ρουμανία για να καυτηριάσουν την αλαζονεία. Η Νάντια Κομανέτσι την άκουσε πολλές φορές την έκφραση, αλλά δεν... ίδρωσε το αυτί της. Ηταν ένα υπερκινητικό αγοροκόριτσο. Στο νηπιαγωγείο παρίστανε τη γυμνάστρια και προπονούσε τα μικρότερα παιδιά. Αγαπημένο της παιχνίδι ήταν οι «ρόδες» (περιστροφική κίνηση του σώματος με ώθηση από τα χέρια που στηρίζονται στο έδαφος). Ετσι την εντόπισαν οι φημισμένοι προπονητές, ο Μπέλα και η Μάρτα Κάρολι. Ηταν μόλις έξι ετών. Ο πρώτος αγώνας ήταν μια αποτυχία (13η στο σύνθετο στο ρουμανικό πρωτάθλημα του 1969). Ο Μπέλα τής χάρισε μια κούκλα και της είπε να μη ξαναχάσει σε αγώνα. Τα λόγια του αποτέλεσαν την αρχή για μια συλλογή από κούκλες και επιτυχίες. Το 1970 έγινε σε ηλικία εννέα ετών η νεώτερη πρωταθλήτρια της Ρουμανίας.
Ο προπονητής της, σκληρός. Απαιτεί το καλύτερο. Η Νάντια υπακούει με... μεγαλοπρέπεια στις διαταγές του. Σα να είχε κρυμμένες δυνάμεις.
«Ο λόγος, όμως, που δεν μπόρεσε ποτέ να με λυγίσει, είναι επειδή δεν γνώριζε τα πραγματικά μου όρια», αποκαλύπτει ύστερα από, περίπου, τρεις δεκαετίες στο βιβλίο της «Επιστολές σε μια νεαρή αθλήτρια».
Η Νάντια Κομανέτσι είναι η μόνη που γνωρίζει τα πραγματικά όριά της. Οπως και τις πραγματικές στιγμές που έζησε στη Ρουμανία από το 1977 μέχρι το 1989.
«Η ζωή μου έγινε κατάμαυρη», γράφει στην αυτοβιογραφία της. Ηταν ερωμένη του υιού Τσαουσέσκου και «σκλάβα» στα περίεργα γούστα του; Ζούσε σαν βασίλισσα στη Ρουμανία, όταν οι υπόλοιποι συμπατριώτες της πεινούσαν; Εκανε απόπειρα αυτοκτονίας με χλωρίνη; Η ίδια δεν παραδέχεται τίποτα.
«Ημουν δυστυχισμένη το 1978. Δεν αποπειράθηκα, όμως, να αυτοκτονήσω επειδή είδα το αγόρι μου με άλλη κοπέλα. Ζούσα σ' ένα διαμέρισμα γεμάτο “κοριούς”. Με παρακολουθούσαν συνεχώς πράκτορες. Ετσι, μια ημέρα τους έδειξα τη χλωρίνη και τους είπα ότι θα αυτοκτονήσω για να γλιτώσω», λέει. Οσο για τον υιό Τσαουσέσκου; Οι πληροφορίες θέλουν τον Νίκου να τη βασάνιζε ψυχολογικά και σωματικά. Η ίδια ισχυρίζεται ότι δεν υπήρχε ειδύλλιο. «Τον γνώρισα όταν ήμουν φοιτήτρια. Μου φαινόταν καλό παιδί. Αλλοι λένε πως ήταν μέθυσος και γυναικάς. Εγώ είχα ακούσει ότι βοήθησε πολύ κόσμο», λέει.
Μια παλιά της φίλη, όμως, η Κριστίνα Ιοάν, έχει δηλώσει: «Η Νάντια ήθελε να παντρευτεί κάποιον και να κάνει οικογένεια, αλλά ο “μικρός πρίγκιπας” την είχε παγιδεύσει».

Tο τέλειο 10άρι και η «πτώση ενός αγγέλου»
Ολυμπιακοί Αγώνες του 1976, Μόντρεαλ. Μια λιλιπούτεια γυμνάστρια, κουκλίτσα 15 ετών, τυλιγμένη σ' ένα πέπλο μυστηρίου, αγέλαστη, εκτελεί τις ασκήσεις σαν καλοκουρδισμένο ρομπότ. Ξαφνιάζει τους πάντες με την ευλυγισία της και την απόλυτη εναρμόνιση του χρόνου και της χάρης των κινήσεών της. Και «τρελαίνει» τους πίνακες. Τα δεκάρια πέφτουν βροχή, αλλά ο πίνακας γράφει 1,00. Τι είχε γίνει; Τα ταμπλό δεν χωρούσαν τετραψήφιο νούμερο.
Δεν υπήρχε πρόβλεψη ότι κάποιος θα μπορούσε να αγγίξει την τελειότητα. Το «τέλειο 10». Τα κατάφερε η Κομανέτσι. Η γυμνάστρια που το 1975, σε ηλικία 14 ετών, είχε αναδειχθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης και «αθλήτρια της χρονιάς». Σήμερα δεν θ' αγωνιζόταν σε Ολυμπιακούς, γιατί η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή όρισε ως κατώτατο όριο ηλικίας τα 16 χρόνια...
«Θέλω να γυρίσω σπίτι μου, στη μαμά μου», λέει η μικρή Νάντια στους δημοσιογράφους που, εντυπωσιασμένοι, την ρωτούν για τη μεγαλύτερή της επιθυμία.
Επόμενη ερώτηση; Τι σκοπεύει να κάνει όταν σταματήσει τον αθλητισμό... «Μα είμαι ακόμη 15 ετών», απαντάει η Ολυμπιονίκης κλαίγοντας γιατί, στο μεταξύ, είχε χάσει μία από τις αγαπημένες κούκλες της.
Τα επόμενα χρόνια δεν ήταν στρωμένα με ρόδα. Το κομμουνιστικό καθεστώς την απομάκρυνε από τους προπονητές της. Το διαζύγιο των γονιών της τη συνθλίβει. Παίρνει κιλά. Στο ευρωπαϊκό του 1977, παρά τα δύο χρυσά, δεν ήταν ο εαυτός της. Το 1978 της επιτρέπουν να επιστρέψει στους προπονητές της. Χάνει κιλά και το 1979 γίνεται η πρώτη γυμνάστρια που κερδίζει τρεις συνεχόμενους ευρωπαϊκούς τίτλους. Στο παγκόσμιο του 1979 «κόβει» το χέρι της στη δοκό αλλά, παρά την απαγόρευση των γιατρών, φεύγει από το νοσοκομείο για να βοηθήσει τη χώρα της να κατακτήσει τον αγώνα στο ομαδικό. Αποτέλεσμα; Μια σοβαρή μόλυνση.
Οι Ολυμπιακοί της Μόσχας φτάνουν. Η Νάντια αντιμετωπίζει και τους φιλάθλους. «Πέσε», της φώναζαν. Η κόντρα των καθεστώτων Μπρέζνιεφ - Τσαουσέσκου μεταφέρεται στα Ολυμπιακά ταπί. Οι Ρώσοι δεν μπορούν να διανοηθούν ότι μια Ρουμάνα θα κερδίσει τη δική τους μεγάλη σχολή γυμναστικής. Και, μάλιστα, εντός έδρας. Το χρυσό στο σύνθετο ατομικό κρινόταν στη δοκό. Αντίπαλός της, η Γιελένα Νταβίντοβα.
Η Κομανέτσι εκτελεί ένα καταπληκτικό πρόγραμμα. Για το χρυσό χρειαζόταν 9,95. Οι διαβουλεύσεις των κριτών κράτησαν 28 λεπτά! Το αποτέλεσμα αναμενόμενο. Ο Σοβιετικός και ο Πολωνός κριτής τής δίνουν από 9,80, βαθμολογία που κατεβάζει τον μέσο όρο στο 9,85. Η Μόσχα αποθεώνει την Ολυμπιονίκη της.
Οι Ρουμάνοι την θεωρούν «εθνικό θησαυρό». Οχι, όμως, και οι Τσαουσέσκου. Πιστεύουν ότι «φλερτάρει» με τη Δύση. Το 1981 της απαγορεύουν την έξοδο από τη χώρα. Δουλεύει ως προπονήτρια παιδιών. «Οσα έζησα εκείνη την περίοδο, άλλοι δεν τα ζουν σε τρεις ζωές», μας είχε πει το 2005, κατά τη διάρκεια επίσκεψης στην Ελλάδα.
Το 1989, με τη βοήθεια ενός οικοδόμου, του Κονσταντίν Πανέτ, περνάει λαθραία στην Ουγγαρία, την Αυστρία και φτάνει στην Αμερική. Αφήνει πίσω της μια μεγάλη συλλογή από κούκλες και μετάλλια. Συζεί με τον Πανέτ, που είναι παντρεμένος και πατέρας τεσσάρων παιδιών. Η εικόνα της αλλάζει άρδην. Πίνει, φοράει διχτυωτά καλσόν και βάφεται σαν γυναίκα του δρόμου. Απασχολεί τα σκανδαλοθηρικά περιοδικά και το Life γράφει για την «Πτώση ενός Αγγέλου». Μέχρι που ξανασυνάντησε τον Αμερικανό Ολυμπιονίκη, Μπαρτ Κόνερ. Ερωτεύονται και το 1994 αρραβωνιάζονται. Η εικόνα αλλάζει.
«Δεν υπάρχει τίποτε στη ζωή που να μην μπορεί, με κάποιο τρόπο, να διορθωθεί», αναφέρει στο βιβλίο της. Στη Ρουμανία, τα φαντάσματα του παρελθόντος έχουν εξαφανιστεί. Ο γάμος της γίνεται το 1996, στο Βουκουρέστι.
Τριάντα τέσσερα χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς του Μόντρεαλ, η Νάντια παραμένει γοητευτική. Ζει στην Οκλαχόμα, έχει ένα γιο, το δικό της γυμναστήριο, το Perfect 10, πλούσια φιλανθρωπική δράση και αγαπάει, ακόμα, τις κούκλες. Μάλιστα, πριν από λίγο καιρό, χάρισε και το όνομά της σε μία: στην Papusa Nadia. Τα έσοδα από τις πωλήσεις θα διατεθούν για τις προπονήσεις των διαδόχων της «ζωντανής κούκλας της Ρουμανίας».
  
*Δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» στις 6 Νοεμβρίου 2010.


Μετάλλια και άλλες διακρίσεις
Η Κομανέτσι κατέκτησε εννέα Ολυμπιακά μετάλλια (5 χρυσά – 3 ασημένια – 1 χάλκινο). Πέντε το 1976 (3-1-1) και τέσσερα το 1980 (2-2-0). Στο σύνθετο ήταν 1η το 1976 και 2η το 1980. Το 1976 νίκησε και στους ασύμμετρους ζυγούς και στην δοκό ισορροπίας, ενώ το 1980 κυριάρχησε στην δοκό και στο έδαφος. Σε παγκόσμια πρωταθλήματα πήρε από δύο χρυσά και ασημένια. Σ’ Ευρωπαϊκά συνέλεξε 9-2-1. Αναδείχθηκε δε, πρωταθλήτρια στο σύνθετο το 1975, το 1977 και το 1977.
Η διάσημη Ρουμάνα γυμνάστρια τιμήθηκε το 1984 και το 2004 με το μετάλλιο τής Ολυμπιακής Τάξης, την υψηλότερη διάκριση, που απονέμει η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή. Είναι το μόνο πρόσωπο που έχει λάβει αυτή την τιμή δύο φορές και, ταυτόχρονα, το νεότερο.
Η Κομανέτσι το 2012 ήταν ο κύριος ομιλητής στην 50η ετήσια τελετή Πολιτογράφησης στην Ημέρα της Ανεξαρτησίας (4 Ιουλίου). Ηταν ο πρώτος αθλητής που μίλησε στην ιστορία της τελετής, η οποία πραγματοποιείται στην γενέτειρα του Τόμας Τζέφερσον (πρόεδρος των ΗΠΑ από τις 4 Μαρτίου 1801 έως τις 4 Μαρτίου 1809), την Μοντιτσέλο. Στην τελετή, άνθρωποι από όλον τον κόσμο γίνονται επίσημα πολίτες των ΗΠΑ.
Στις 21 Ιουλίου 2012, η Κομανέτσι, με τον πρώην σταρ του μπάσκετ, Τζον Αμαέτσι, μετέφεραν την Ολυμπιακή δάδα στην οροφή της «O2 Arena» (κλειστός πολυχώρος, 20.000 θέσεων, όπου διεξήχθησαν αγώνες σε πολλά αθλήματα των Ολυμπιακών του 2012), κατά την διάρκεια της λαμπαδηδρομίας για τους Αγώνες του Λονδίνου.
 

*«Νάντια» ονομάζεται η τηλεοπτική μεταφορά της βιογραφίας της, που γυρίστηκε το 1984.
*Στην δραματική σειρά «Lost» του ABC, υπάρχει μια γάτα που ονομάζεται Νάντια και τ’ όνομα δόθηκε προς τιμήν της Νάντια Κομανέτσι.
*Η Ολυμπιονίκης εμφανίστηκε σ’ επεισόδιο των «Simpsons» με την φωνή της Τρες ΜακΝιλ.
*Στην ταινία «In Love At First Bite», η Κομανέτσι αναφέρεται μία φορά.