Ο μεγάλος, αλλά αυτοκαταστροφικός, Τζορτζ Μπεστ δημιούργησε και διέλυσε ο ίδιος μια υπέροχη ζωή
Του Στάθη Δημολά
«Ξόδεψα το 90% των χρημάτων μου σε γυναίκες, αλκοόλ και γρήγορα
αυτοκίνητα. Το υπόλοιπο 10%, απλά το σπατάλησα...»!
Ετσι αντιλαμβανόταν
τη ζωή ο Τζορτζ Μπεστ, ο μεγάλος Βορειοϊρλανδός ποδοσφαιριστής, που άφησε
την τελευταία του πνοή πριν στις 25 Νοεμβρίου
2005, σε ηλικία 59 ετών. Μια ζωή, που μπορεί να έμοιαζε με παραμύθι, χωρίς,
όμως, ευτυχισμένο τέλος...
Λίγους μήνες πριν από τον θάνατό του, ο Μπεστ είχε παραχωρήσει συνέντευξη σ' ένα από τα μεγαλύτερα
ιταλικά περιοδικά, όπου χαρακτήριζε τη ζωή του, υπέροχη.
«Δεν πιστεύω
ότι κατέστρεψα αυτό που ονομάζουμε ταλέντο. Επαιξα δώδεκα χρόνια στη
Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και κέρδισα τα πάντα. Δεν θα μπορούσα να κάνω
κάτι περισσότερο, εκτός, ίσως, από το να παίξω ποδόσφαιρο για μεγαλύτερο
διάστημα σε υψηλό επίπεδο. Ομως έπαιξα στις ΗΠΑ για οκτώ χρόνια, όπου
πέρασα πραγματικά σπουδαία. Πραγματοποίησα όλα όσα είχα σκοπό να κάνω.
Είναι αλήθεια φίλε μου, η ζωή μου ήταν πραγματικά σπουδαία. Θυμάμαι κάθε
λεπτό, κάθε εικόνα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις κραυγές των οπαδών της
Μάντσεστερ. Προχωρούσα στο τούνελ και όσο έφτανα προς τον αγωνιστικό
χώρο, γίνονταν όλο και πιο δυνατές. Ενιωθα ηλεκτρισμένος».
Η φήμη
του στα μέσα της δεκαετίας του ’60 είχε αρχίσει να παίρνει διαστάσεις
ανάλογες με αυτή των «ποπ σταρ» της εποχής, κάτι για το οποίο «ευθύνεται» και ο
Τύπος χάρη στο παρατσούκλι που του «κόλλησε» ως «το πέμπτο σκαθάρι»
(Fifth Beatle).
Εκτός από τους οπαδούς της Μάντσεστερ, τον Μπεστ
λάτρεψαν και οι γυναίκες. Οσο για το μυστικό του; Πολύ απλό!
«Συνήθιζα
να λέω ότι είμαι ο Τζορτζ Μπεστ, ο ποδοσφαιριστής της Μάντσεστερ
Γιουνάιτεντ. Αυτό, συνήθως, αρκούσε!».
Ο Μπεστ από μικρή ηλικία ήταν
εξαρτημένος. Οχι μόνο στο ποτό, αλλά γενικότερα στον «αντι-ποδοσφαιρικό»
τρόπο ζωής, κάτι που παραδεχόταν και ο ίδιος:
«Το 1969 παράτησα τις
γυναίκες και το αλκοόλ. Ηταν τα χειρότερα 20 λεπτά της ζωής μου», ενώ
για την εξάρτησή του από το αλκοόλ και τις προσπάθειες του να σταματήσει
το ποτό συνήθιζε να δηλώνει:
«Εχω σταματήσει να πίνω, αλλά μονάχα όταν
κοιμάμαι».
Η γεμάτη από γυναίκες και ποτό ζωή του, σημαδεύτηκε από δύο
γάμους, έναν γιο, τον Κάλουμ, φυλακίσεις, μία μεταμόσχευση ήπατος,
πολλούς τσαμπουκάδες και «θόρυβο». Αυτό που ο ίδιος δηλαδή αποκαλούσε
«υπέροχη ζωή»...
Ο Μπεστ ουσιαστικά σταμάτησε το ποδόσφαιρο σε
ηλικία 28 ετών. Κι όμως, πρόλαβε να κατακτήσει όσα άλλοι πασχίζουν
δεκαετίες. Ενα κύπελλο Πρωταθλητριών το 1968, δύο πρωταθλήματα Αγγλίας
το 1965 και το 1967 (όλα με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ), τον τίτλο του
κορυφαίου Αγγλου ποδοσφαιριστή της χρονιάς το 1968 και του κορυφαίου
Ευρωπαίου ποδοσφαιριστή την ίδια περίοδο. Με τη φανέλα της Βορείου
Ιρλανδίας είχε 37 συμμετοχές και 9 γκολ, ενώ στο αγγλικό πρωτάθλημα με
τη φανέλα των «Κόκκινων Διαβόλων» είχε 361 εμφανίσεις και 136 γκολ και, συνολικά, 470 αγώνες με 170 τέρματα.
Για
τον Τζορτζ Μπεστ, όμως, τα σημαντικότερα λόγια τα έχουν πει όσοι τον
έζησαν από κοντά. Οσοι είχαν την τύχη να τον έχουν συμπαίκτη και όσοι,
όμως, είχαν την ατυχία να τον έχουν αντίπαλο.
«Η μόνη φορά που βρέθηκα
κοντά του, ήταν όταν κάναμε χειραψία πριν ν' αρχίσει το παιχνίδι»,
τόνισε κάποτε ο Ρέι Φέρφαξ, αμυντικός της Νόρθαμπτον, που είχε αναλάβει
να μαρκάρει τον Μπεστ στο παιχνίδι όπου σημείωσε... 6 γκολ!
|
Με τον Πελέ |
«Ο Τζορτζ
Μπεστ ήταν ο καλύτερος παίκτης στον κόσμο» είχε απαντήσει ο Πελέ το
1982, όταν ρωτήθηκε το περίφημο «Πελέ ή Μαραντόνα;».
«Ο Τζορτζ
Μπεστ είναι ο εχθρός του καλού», ήταν το σχόλιο του αγγλικού
κοινοβουλίου το 1972 για τον μεγάλο Βορειοϊρλανδό.
«Σε καμία περίπτωση ο
Ράιαν Γκιγκς δεν είναι ένας Τζορτζ Μπεστ. Είναι απλά άλλος ένας...
Ράιαν Γκιγκς», είχε επισημάνει η παλιά δόξα της Μάντσεστερ, Ντένις Λόου,
όταν είχε κληθεί να σχολιάσει τις συγκρίσεις ανάμεσα στον Γκιγκς και
τον Μπεστ.
«Το μόνο κοινό πράγμα που έχω με τον Τζορτζ Μπεστ είναι
ότι καταγόμαστε από το ίδιο μέρος, παίξαμε για τον ίδιο σύλλογο και μας
ανακάλυψε ο ίδιος άνθρωπος», παραδέχθηκε γεμάτος ειλικρίνεια ο Νόρμαν
Γουάιτσαϊντ αναφερόμενος στον πρώην συμπαίκτη του.
Λόγια που δίνουν την
εικόνα αυτού του θρύλου του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Ενός ανθρώπου που
εγκατέλειψε νωρίς τόσο το ποδόσφαιρο όσο και τη ζωή. Το πρώτο ήταν
επιλογή του, το δεύτερο, συνέπεια των επιλογών του.
Ημέρες δόξας και παρακμής ενός ποπ σταρ των γηπέδων
Γεννημένος
στις 22 Μαΐου του 1946 στο Μπέλφαστ, ο Μπεστ έκανε από νωρίς αισθητή
την παρουσία του στα ποδοσφαιρικά δρώμενα. Παρά το γεγονός ότι ήταν
μικρός στο δέμας, το ταλέντο του έγινε γρήγορα αντιληπτό και σε ηλικία
μόλις 16 ετών εντάχθηκε στο δυναμικό της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Εναν
χρόνο αργότερα (1963) πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με τη φανέλα των
«κόκκινων διαβόλων» στη νίκη με 1-0 επί της Γουέστ Μπρόμουιτς Αλμπιον.
Ο σερ Ματ Μπάσμπι είχε, ήδη, αποφασίσει να χτίσει την ομάδα που θα
προσπαθούσε να κατακτήσει ό,τι το τραγικό αεροπορικό δυστύχημα του 1958 της είχε
στερήσει: έναν ευρωπαϊκό τίτλο. Το 1968 η ιστορία φρόντισε να
αποκαταστήσει την αδικία αυτή. Στον τελικό του κυπέλλου Πρωταθλητριών
απέναντι στην Μπενφίκα του Εουσέμπιο, ο Τζορτζ Μπεστ με προσωπική
ενέργεια έδωσε στην ομάδα του προβάδισμα στην παράταση με 2-1 για να
ακολουθήσουν ακόμη δύο τέρματα (4-1). Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ήταν
πρωταθλήτρια Ευρώπης, με τον Τζορτζ Μπεστ να έχει όλο τον κόσμο στα
πόδια του.
|
Απεικονίσθηκε σε χαρτονόμισμα των 5 λιρών. |
Ο Μπάσμπι είχε τον τρόπο να τον κρατά
«προσγειωμένο». Οχι, βέβαια, πως τα κατάφερνε πάντα, αφού ο Μπεστ συχνά
πυκνά έπαιζε όπως εκείνος νόμιζε. Οπως το 1966 στη νίκη
της Μάντσεστερ με 5-1 επί της Μπενφίκα στη Λισσαβώνα για τους
προημιτελικούς του κυπέλλου Πρωταθλητριών.
«Ζήτησα από τους παίκτες μου να
παίξουν αμυντικά για τα πρώτα 15 λεπτά. Ο Μπεστ προφανώς δεν με
άκουγε», δήλωσε αργότερα ο Σερ Ματ Μπάσμπι σχολιάζοντας τα 2 γκολ του
Μπεστ στα πρώτα 12 λεπτά!
Η αποχώρηση του Ματ Μπάσμπι από τον
πάγκο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το 1969, σήμανε ταυτόχρονα και την
απουσία του ανθρώπου που θα μπορούσε να τον χαλιναγωγήσει. Οι παρουσίες
του στα μπαρ και τις παμπ είχαν αρχίσει να γίνονται συχνότερες από αυτές
στις προπονήσεις, ενώ η απόδοσή του μοιραία είχε αρχίσει να παίρνει την
κατιούσα.
Η υπομονή των διοικούντων της Μάντσεστερ εξαντλήθηκε το
1974, όταν ο Μπεστ, για μια ακόμη φορά, απουσίασε αδικαιολόγητα από τις
υποχρεώσεις της ομάδας. Η απόφαση να τον αποπέμψουν ήταν γεγονός. Στο
επόμενο διάστημα ο καλύτερος Βρετανός ποδοσφαιριστής μετατράπηκε σε
γυρολόγο. Αγωνίστηκε, μεταξύ άλλων, στη Φούλαμ, στη Στόκπορτ Κάουντρι,
στην Ντάνσταμπλ Τάουν, στη Χιμπέρνιαν, στους Λος Αντζελες Αζτέκς, στους
Σαν Χοσέ Ερθκουεΐκς και στην Μπέρνμουθ, προτού αποφασίσει να αποσυρθεί
το 1984 σε ηλικία 38 ετών, αφού το πρόβλημα με το αλκοόλ είχε γίνει
ακόμη πιο οξύ.
Το 1984 καταδικάστηκε σε φυλάκιση τριών μηνών, καθώς
οδηγούσε υπό την επήρεια αλκοόλ, ενώ στη συνέχεια επιτέθηκε και σε
αστυνομικό.
Το 2002 υποβλήθηκε σε μεταμόσχευση ήπατος, που κρίθηκε
επιβεβλημένη προκειμένου να παραμείνει ζωντανός, ωστόσο ούτε αυτή η
περιπέτεια στάθηκε αρκετή για να τον συνετίσει. Τον Σεπτέμβριο του 2005
εισήχθη εσπευσμένα στη μονάδα εντατικής θεραπείας νοσοκομείου του
Λονδίνου, όταν διαπιστώθηκε πως τα φάρμακα που του χορηγούνταν για να
μην αποβάλει το μόσχευμα, τού είχαν προκαλέσει δυσλειτουργία στα νεφρά.
|
Με την σύζυγό του, Αλεξάνδρα. |
Οι
γιατροί κατάφεραν ν' αντιμετωπίσουν την εσωτερική αιμορραγία που
παρουσίασε, ωστόσο η κατάστασή του επιδεινώθηκε. Στις λίγες ώρες
επικοινωνίας με το περιβάλλον φρόντισε να στείλει το δικό του μήνυμα. Κατόπιν επιθυμίας του δημοσιεύτηκε σε αγγλική εφημερίδα φωτογραφία του
στην κατάσταση που βρισκόταν (χλωμός και εμφανώς αδυνατισμένος) με το
μήνυμα, «Μη πίνετε γιατί θα πεθάνετε σαν εμένα».
Τελικά, όσες
προσπάθειες και αν έκαναν, οι γιατροί δεν μπόρεσαν ν' αποτρέψουν το
μοιραίο. Και πώς θα μπορούσαν να το κάνουν, όταν σχεδόν όλα τα ζωτικά
όργανα του Μπεστ ήταν κατεστραμμένα...
*Δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή», στις 27 Νοεμβρίου
2010. |
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου