Μπιέρν Μποργκ: Η πολυτάραχη ζωή του θρυλικού τενίστα, που έχει αφήσει αναπάντητα ερωτήματα μετά την απόσυρσή του
Του Νίκου Γαβαλά
Aνοιξη του 1981. Ο Μπιέρν Μποργκ επικρατεί του Τσεχοσλοβάκου, Ιβάν Λεντλ στον τελικό του Ρολάν Γκαρός. Ωστόσο, το Καλοκαίρι και το Φθινόπωρο του ίδιου έτους, ο Τζον ΜακEνρο θα τον νικήσει στον τελικό του Γουίμπλεντον και του Αμερικανικού Oπεν, αντίστοιχα. Δύο ήττες, οι οποίες, σε καμία περίπτωση, δεν προϊδεάζουν την παγκόσμια τενιστική κοινότητα για το τι θα ακολουθούσε.
Το 1982, ο Σουηδός σταρ του αθλητισμού αποφασίζει να παίξει μόλις σ' ένα τουρνουά. Στο αγαπημένο του Μόντε Κάρλο χάνει στον προημιτελικό γύρο από τον Γάλλο, σαφώς κατώτερό του, Γιανίκ Νοά. Ο κόσμος αρχίζει να ψάχνει, τι συμβαίνει με τον κάτοχο ένδεκα τίτλων σε τουρνουά γκραν σλαμ. Το μυστήριο το λύνει ο ίδιος κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου τον Ιανουάριο του 1983, ανακοινώνοντας την οριστική του απόφαση να "κρεμάσει" τη ρακέτα του σε ηλικία μόλις 26 ετών. Μία είδηση που κάνει αμέσως τον γύρο του κόσμου. Aπαντες προσπαθούν να βρουν εξήγηση σε αυτήν την εξέλιξη.
Αμέτρητα σενάρια αρχίζουν να κυκλοφορούν. Ενα από αυτά θέλει τον τενίστα με το «παγωμένο» αίμα στις φλέβες του (χαρακτηρισμός που του είχε αποδοθεί λόγω της παροιμιώδους ψυχραιμίας του) να μην αντέχει στην ιδέα πως δεν θα είναι πλέον ο κυρίαρχος του τένις. Οι ήττες από τον ΜακΕνρο σε Λονδίνο και Νέα Υόρκη το 1981, ενδεχομένως να του κόστισαν ακριβά. Υπήρχε και μία άλλη εκδοχή: δεν άντεχε άλλο σφάλματα διαιτητών εις βάρος του. Τα παραπάνω μάλλον φαντάζουν σαν φθηνές δικαιολογίες. Πιο κοντά στην πραγματικότητα είναι το σενάριο που τον ήθελε ν' αντιμετωπίζει πολύ μεγάλα προβλήματα με τη μέση του.
Ο μύθος του Μποργκ γιγαντωνόταν... Και ξαφνικά, άρχισε να ξεφτίζει το χρυσό περιτύλιγμα αυτού του τεράστιου αθλητή. Η μείωση στο ελάχιστο των δημοσίων εμφανίσεών του, προκάλεσε άλλα σχόλια. Ουδείς μπόρεσε να το αποδείξει. Ομως, πολλοί υποστήριξαν πως είχε εθιστεί σε ναρκωτικές ουσίες. Και επιπλέον, αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα, τα οποία τον οδήγησαν σε απόπειρα αυτοκτονίας το 1989 στο Μιλάνο.
Ποτέ δεν κατάφερε να βρει ισορροπία στην προσωπική του ζωή. Αυτός ο αθλητής που εντός κορτ ήταν τόσο ψύχραιμος, ελέγχοντας στον απόλυτο βαθμό τα νεύρα του, μακριά από τα γήπεδα ήταν άλλος άνθρωπος. Οι γάμοι του με τη Ρουμάνα τενίστρια, Μαριάνα Σιμονέσκου και την Ιταλίδα ροκ τραγουδίστρια, Λορεντάνα Μπερτέ διαλύθηκαν δίχως να μπορέσει να γίνει πατέρας.
Το πάθος του για τις ωραίες γυναίκες δεν το έκρυψε ποτέ: «Μου αρέσουν οι εντυπωσιακές γυναίκες, αλλά ώς εκεί. Τώρα, αν με κατηγορούν επειδή συμμετέχω κατά καιρούς ως κριτής σε διαγωνισμούς ομορφιάς, αυτό είναι δικό τους πρόβλημα», είχε πει τη δεκαετία του ’80.
Αν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα οι πληροφορίες και για συχνές επισκέψεις του σε οίκους ανοχής, μάλλον δεν θα το μάθουμε ποτέ. Παρεμπιπτόντως, γυναίκες οι οποίες συναναστράφηκαν μαζί του έκαναν κι εκείνες απόπειρες αυτοκτονίας...
Το 2006 αναγκάστηκε να αναθέσει στον λονδρέζικο οίκο πλειστηριασμών, Bonhams να βγάλει σε δημοπρασία τα πέντε τρόπαιά του από το Γουίμπλεντον. Ηταν μία πολύ δύσκολη απόφαση. Αλλά είχε ανάγκη 500.000 ευρώ. Τόσα υπολόγιζε να βγάλει από τον πλειστηριασμό, όπου θα πωλούσε και τις ιστορικές ξύλινες ρακέτες του, Donnay.
Oταν "κρέμασε" τη ρακέτα του, εγκαταστάθηκε στο Μόντε Κάρλο, όπου διηύθυνε μία σειρά εταιρειών. Ανάμεσά τους ήταν και μία εταιρεία ρούχων που έφερε τ' όνομά του. Μόνο που στην πράξη αποδείχθηκε πως δεν μπόρεσε να μάθει καλά τον κόσμο των επιχειρήσεων. Eτσι, οδηγήθηκε στη χρεοκοπία.
«Από ρακέτες, άλλο τίποτα: θα μπορούσα να πουλήσω κι άλλες, αλλά, δυστυχώς, μου τις είχε σπάσει στο κεφάλι η Λορεντάνα», είχε πει ο Μποργκ για την Μπερτέ, την Ιταλίδα τραγουδίστρια με την οποία έζησε έναν έντονο, γεμάτο καταχρήσεις, γάμο.
Τελικώς, με τη βοήθεια του φίλου του, Τζον ΜακΕνρο κατάφερε να πάρει πίσω τα πολύτιμα τρόπαιά του.
Σήμερα, φαίνεται πως έχει ηρεμήσει η ζωή του Μπιέρν Μποργκ. Ωστόσο, ποτέ δεν μπορείς να είσαι βέβαιος για την επόμενη ημέρα τέτοιων προσωπικοτήτων.
Από το γκαράζ του σπιτιού του, στην κορυφή του κόσμου
Ποτέ δεν θα μάθουμε τι θα μπορούσε να είχε πετύχει ο Μπιέρν Μποργκ, αν δεν εγκατέλειπε το επαγγελματικό τένις σε ηλικία μόλις 26 ετών. Η απόφασή του προκάλεσε ποικίλα σχόλια. Και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που προσπάθησαν να του αλλάξουν μυαλά. Ενας απ’ αυτούς ήταν ο μεγάλος του αντίπαλος στα κορτ, αλλά σπουδαίος φίλος έξω απ’ αυτά, ο Τζον ΜακΕνρο (δεξιά στην φωτογραφία):
«Οταν το έμαθα, "βγήκα από τα ρούχα μου". Προσπάθησα να τον ταρακουνήσω, να τον κάνω να σκεφθεί θετικά, αλλά αυτός ήταν αποφασισμένος. Ειλικρινά, λυπήθηκα πολύ, γιατί ήταν μεγάλος τενίστας».
Ο Μποργκ ανακάλυψε το τένις σε ηλικία 6 ετών. Μία ημέρα ο πατέρας του γύρισε στο σπίτι έχοντας ως έπαθλο από ένα τουρνουά πιγκ πογκ, μία ρακέτα του τένις, την οποία του την έκανε δώρο. Ο πιτσιρικάς την κράτησε στα χέρια του, πήγε στο γκαράζ του σπιτιού του στην Σεντερτέλιε και άρχισε να κτυπάει την μπάλα στον τοίχο.
Μέρα με την ημέρα ανακάλυπτε μόνος του το τένις. Ναι, ήταν αυτοδίδακτος. Γι’ αυτό κι έμαθε να κτυπάει το μπάκχαντ με τα δύο χέρια. Εως τότε το μπάκχαντ γινόταν με το ένα χέρι. Ο καθηγητής του στο σχολείο, ο οποίος ήταν και προπονητής στο τένις, τον ενέταξε στην ομάδα που είχε δημιουργήσει με άλλους πολλά υποσχόμενους πιτσιρικάδες. Πλέον, το νερό είχε μπει στο αυλάκι... Από το γκαράζ του σπιτιού του θα φθάσει στην κορυφή του κόσμου.
Για την ακρίβεια, βρέθηκε στο Νο 1 της παγκόσμιας κατάταξης για συνολικά 109 εβδομάδες, ανάμεσα στο 1977 και 1981. Από τα τέσσερα γκραν σλαμ πήρε τα δύο. Ηταν έξι φορές νικητής στο Ρολάν Γκαρός (1974, ’75, ’78, ’79, ’80 και ’81) και πέντε συνεχόμενες στο Γουίμπλεντον (1976-80). Επιπλέον, έφθασε τέσσερις φορές στον τελικό του αμερικανικού Οπεν. Ομως, δεν κατάφερε ποτέ να το κατακτήσει, αφού δύο φορές (το 1976 και το 1978) ηττήθηκε από τον Τζίμι Κόνορς και άλλες δύο (1980 και 1981) απ’ τον ΜακΕνρο. Οσο για το αυστραλιανό Οπεν; Αγωνίστηκε εκεί μόλις μία φορά. Προτιμούσε τον Ιανουάριο, διάστημα κατά το οποίο διεξάγεται το πρώτο γκραν σλαμ κάθε έτους, να πηγαίνει... διακοπές! Και μια λεπτομέρεια: φορώντας κορδέλα στα μαλλιά, λάνσαρε νέα μόδα!
Αναμφίβολα, μερίδιο στην επιτυχία ενός εκ των κορυφαίων τενιστών όλων των εποχών, ανήκει στον προπονητή του, Λέναρτ Μπέργκελιν. Βεβαίως, πάνω από όλα θα πρέπει να επισημάνουμε πως ο ίδιος ο Μποργκ ήταν υπόδειγμα αθλητή στις πολύωρες (έως και επτά ώρες) καθημερινές προπονήσεις.
Το 1972, σε ηλικία 15 ετών, έγινε ο νεαρότερος τενίστας που αγωνίστηκε στο κύπελλο Ντέιβις (είναι το παγκόσμιο κύπελλο Εθνικών ομάδων στο τένις). Την ίδια χρονιά κατέκτησε τον τίτλο του Γουίμπλεντον στους τζούνιορς. Το 1974 πήρε το πρώτο του μεγάλο τουρνουά, το ιταλικό όπεν. Δύο εβδομάδες αργότερα, νικώντας τον Ισπανό, Μανουέλ Οράντες με 3-2 σετ στον τελικό του Ρολάν Γκαρός, έγινε ο νεότερος τενίστας που κυριάρχησε στο παρισινό Οπεν. Ενα ρεκόρ το οποίο κατέρριψε ένας άλλος Σουηδός, ο Ματς Βιλάντερ το 1982 και εν συνεχεία ο Αμερικανός, Μάικλ Τσανγκ το 1989. Ακόμη, ο Μποργκ κατέχει ένα εκπληκτικό ρεκόρ: δεν έχασε κανέναν αγώνα στο Ντέιβις Καπ. Σε 33 αναμετρήσεις σημείωσε 33 νίκες! Οι ειδικοί του αθλήματος υποστηρίζουν πως πολύ δύσκολα θα «σπάσει» το ρεκόρ αυτό. Κατέκτησε το κύπελλο με την Σουηδία το 1975.
Ο αγώνας του που έμεινε στην ιστορία ως ένας από τους καλύτερους όλων των εποχών στην ιστορία του τένις, ήταν με αντίπαλο τον ΜακΕνρο στον τελικό του Γουίμπλεντον το 1980. Οδηγήθηκε σε πέμπτο σετ. Εκεί, ο Μποργκ με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα και με 19 άσους, επικράτησε του Αμερικανού μετά από, συνολικά 3 ώρες και 54 λεπτά. Ενα αξέχαστο παιχνίδι που είχαν την τύχη να παρακολουθήσουν και οι Ελληνες φίλαθλοι μέσω της κρατικής τηλεόρασης.
«Κουράστηκα πολύ», είχε δηλώσει ο ΜακΕνρο μετά το φινάλε της συγκλονιστικής παράστασης.
Από την πλευρά του, ο Σουηδός θα τονίσει: «Μερικές φορές, νομίζω ότι είμαι Σούπερμαν! Δεν αστόχησα ούτε σε ένα κτύπημα. Αλλωστε, πώς θα μπορούσα...».
Αλλά ο ΜακΕνρο θα πει την τελευταία λέξη: «Κανένας δεν μπορεί να νικάει πάντα. Κάποτε, θα έρθει η στιγμή που θα χάσει και ο Μποργκ, και σκοπεύω να είμαι εκεί!». Ούτε προφήτης να ήταν. Ενα χρόνο μετά θα τον νικήσει στην τελευταία επίσκεψη του Μποργκ στο Γουίμπλεντον ως αθλητή.
*Δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» στις 9 Οκτωβρίου 2010. Κείμενο του Νίκου Γαβαλά.
*Να προσθέσουμε ότι στις αρχές της δεκαετίας του '90, ο Μποργκ (εδώ σε πρόσφατη φωτογραφία, με τον Ελβετό, Ρότζερ Φέντερερ αριστερά και τον Ισπανό, Ραφαέλ Ναδάλ δεξιά) προσπάθησε να επιστρέψει αγωνιστικά στα κορτς, αλλά ανεπιτυχώς. Ο πανδαμάτωρ χρόνος, αλλά, κυρίως, η μεγάλη αποχή του από τους αγώνες, είχαν αφήσει ανεξίτηλα τα ίχνη τους.
Aνοιξη του 1981. Ο Μπιέρν Μποργκ επικρατεί του Τσεχοσλοβάκου, Ιβάν Λεντλ στον τελικό του Ρολάν Γκαρός. Ωστόσο, το Καλοκαίρι και το Φθινόπωρο του ίδιου έτους, ο Τζον ΜακEνρο θα τον νικήσει στον τελικό του Γουίμπλεντον και του Αμερικανικού Oπεν, αντίστοιχα. Δύο ήττες, οι οποίες, σε καμία περίπτωση, δεν προϊδεάζουν την παγκόσμια τενιστική κοινότητα για το τι θα ακολουθούσε.
Το 1982, ο Σουηδός σταρ του αθλητισμού αποφασίζει να παίξει μόλις σ' ένα τουρνουά. Στο αγαπημένο του Μόντε Κάρλο χάνει στον προημιτελικό γύρο από τον Γάλλο, σαφώς κατώτερό του, Γιανίκ Νοά. Ο κόσμος αρχίζει να ψάχνει, τι συμβαίνει με τον κάτοχο ένδεκα τίτλων σε τουρνουά γκραν σλαμ. Το μυστήριο το λύνει ο ίδιος κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου τον Ιανουάριο του 1983, ανακοινώνοντας την οριστική του απόφαση να "κρεμάσει" τη ρακέτα του σε ηλικία μόλις 26 ετών. Μία είδηση που κάνει αμέσως τον γύρο του κόσμου. Aπαντες προσπαθούν να βρουν εξήγηση σε αυτήν την εξέλιξη.
Αμέτρητα σενάρια αρχίζουν να κυκλοφορούν. Ενα από αυτά θέλει τον τενίστα με το «παγωμένο» αίμα στις φλέβες του (χαρακτηρισμός που του είχε αποδοθεί λόγω της παροιμιώδους ψυχραιμίας του) να μην αντέχει στην ιδέα πως δεν θα είναι πλέον ο κυρίαρχος του τένις. Οι ήττες από τον ΜακΕνρο σε Λονδίνο και Νέα Υόρκη το 1981, ενδεχομένως να του κόστισαν ακριβά. Υπήρχε και μία άλλη εκδοχή: δεν άντεχε άλλο σφάλματα διαιτητών εις βάρος του. Τα παραπάνω μάλλον φαντάζουν σαν φθηνές δικαιολογίες. Πιο κοντά στην πραγματικότητα είναι το σενάριο που τον ήθελε ν' αντιμετωπίζει πολύ μεγάλα προβλήματα με τη μέση του.
Ο μύθος του Μποργκ γιγαντωνόταν... Και ξαφνικά, άρχισε να ξεφτίζει το χρυσό περιτύλιγμα αυτού του τεράστιου αθλητή. Η μείωση στο ελάχιστο των δημοσίων εμφανίσεών του, προκάλεσε άλλα σχόλια. Ουδείς μπόρεσε να το αποδείξει. Ομως, πολλοί υποστήριξαν πως είχε εθιστεί σε ναρκωτικές ουσίες. Και επιπλέον, αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα, τα οποία τον οδήγησαν σε απόπειρα αυτοκτονίας το 1989 στο Μιλάνο.
Ποτέ δεν κατάφερε να βρει ισορροπία στην προσωπική του ζωή. Αυτός ο αθλητής που εντός κορτ ήταν τόσο ψύχραιμος, ελέγχοντας στον απόλυτο βαθμό τα νεύρα του, μακριά από τα γήπεδα ήταν άλλος άνθρωπος. Οι γάμοι του με τη Ρουμάνα τενίστρια, Μαριάνα Σιμονέσκου και την Ιταλίδα ροκ τραγουδίστρια, Λορεντάνα Μπερτέ διαλύθηκαν δίχως να μπορέσει να γίνει πατέρας.
Το πάθος του για τις ωραίες γυναίκες δεν το έκρυψε ποτέ: «Μου αρέσουν οι εντυπωσιακές γυναίκες, αλλά ώς εκεί. Τώρα, αν με κατηγορούν επειδή συμμετέχω κατά καιρούς ως κριτής σε διαγωνισμούς ομορφιάς, αυτό είναι δικό τους πρόβλημα», είχε πει τη δεκαετία του ’80.
Αν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα οι πληροφορίες και για συχνές επισκέψεις του σε οίκους ανοχής, μάλλον δεν θα το μάθουμε ποτέ. Παρεμπιπτόντως, γυναίκες οι οποίες συναναστράφηκαν μαζί του έκαναν κι εκείνες απόπειρες αυτοκτονίας...
Το 2006 αναγκάστηκε να αναθέσει στον λονδρέζικο οίκο πλειστηριασμών, Bonhams να βγάλει σε δημοπρασία τα πέντε τρόπαιά του από το Γουίμπλεντον. Ηταν μία πολύ δύσκολη απόφαση. Αλλά είχε ανάγκη 500.000 ευρώ. Τόσα υπολόγιζε να βγάλει από τον πλειστηριασμό, όπου θα πωλούσε και τις ιστορικές ξύλινες ρακέτες του, Donnay.
Oταν "κρέμασε" τη ρακέτα του, εγκαταστάθηκε στο Μόντε Κάρλο, όπου διηύθυνε μία σειρά εταιρειών. Ανάμεσά τους ήταν και μία εταιρεία ρούχων που έφερε τ' όνομά του. Μόνο που στην πράξη αποδείχθηκε πως δεν μπόρεσε να μάθει καλά τον κόσμο των επιχειρήσεων. Eτσι, οδηγήθηκε στη χρεοκοπία.
«Από ρακέτες, άλλο τίποτα: θα μπορούσα να πουλήσω κι άλλες, αλλά, δυστυχώς, μου τις είχε σπάσει στο κεφάλι η Λορεντάνα», είχε πει ο Μποργκ για την Μπερτέ, την Ιταλίδα τραγουδίστρια με την οποία έζησε έναν έντονο, γεμάτο καταχρήσεις, γάμο.
Τελικώς, με τη βοήθεια του φίλου του, Τζον ΜακΕνρο κατάφερε να πάρει πίσω τα πολύτιμα τρόπαιά του.
Σήμερα, φαίνεται πως έχει ηρεμήσει η ζωή του Μπιέρν Μποργκ. Ωστόσο, ποτέ δεν μπορείς να είσαι βέβαιος για την επόμενη ημέρα τέτοιων προσωπικοτήτων.
Από το γκαράζ του σπιτιού του, στην κορυφή του κόσμου
Ποτέ δεν θα μάθουμε τι θα μπορούσε να είχε πετύχει ο Μπιέρν Μποργκ, αν δεν εγκατέλειπε το επαγγελματικό τένις σε ηλικία μόλις 26 ετών. Η απόφασή του προκάλεσε ποικίλα σχόλια. Και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που προσπάθησαν να του αλλάξουν μυαλά. Ενας απ’ αυτούς ήταν ο μεγάλος του αντίπαλος στα κορτ, αλλά σπουδαίος φίλος έξω απ’ αυτά, ο Τζον ΜακΕνρο (δεξιά στην φωτογραφία):
«Οταν το έμαθα, "βγήκα από τα ρούχα μου". Προσπάθησα να τον ταρακουνήσω, να τον κάνω να σκεφθεί θετικά, αλλά αυτός ήταν αποφασισμένος. Ειλικρινά, λυπήθηκα πολύ, γιατί ήταν μεγάλος τενίστας».
Ο Μποργκ ανακάλυψε το τένις σε ηλικία 6 ετών. Μία ημέρα ο πατέρας του γύρισε στο σπίτι έχοντας ως έπαθλο από ένα τουρνουά πιγκ πογκ, μία ρακέτα του τένις, την οποία του την έκανε δώρο. Ο πιτσιρικάς την κράτησε στα χέρια του, πήγε στο γκαράζ του σπιτιού του στην Σεντερτέλιε και άρχισε να κτυπάει την μπάλα στον τοίχο.
Μέρα με την ημέρα ανακάλυπτε μόνος του το τένις. Ναι, ήταν αυτοδίδακτος. Γι’ αυτό κι έμαθε να κτυπάει το μπάκχαντ με τα δύο χέρια. Εως τότε το μπάκχαντ γινόταν με το ένα χέρι. Ο καθηγητής του στο σχολείο, ο οποίος ήταν και προπονητής στο τένις, τον ενέταξε στην ομάδα που είχε δημιουργήσει με άλλους πολλά υποσχόμενους πιτσιρικάδες. Πλέον, το νερό είχε μπει στο αυλάκι... Από το γκαράζ του σπιτιού του θα φθάσει στην κορυφή του κόσμου.
Για την ακρίβεια, βρέθηκε στο Νο 1 της παγκόσμιας κατάταξης για συνολικά 109 εβδομάδες, ανάμεσα στο 1977 και 1981. Από τα τέσσερα γκραν σλαμ πήρε τα δύο. Ηταν έξι φορές νικητής στο Ρολάν Γκαρός (1974, ’75, ’78, ’79, ’80 και ’81) και πέντε συνεχόμενες στο Γουίμπλεντον (1976-80). Επιπλέον, έφθασε τέσσερις φορές στον τελικό του αμερικανικού Οπεν. Ομως, δεν κατάφερε ποτέ να το κατακτήσει, αφού δύο φορές (το 1976 και το 1978) ηττήθηκε από τον Τζίμι Κόνορς και άλλες δύο (1980 και 1981) απ’ τον ΜακΕνρο. Οσο για το αυστραλιανό Οπεν; Αγωνίστηκε εκεί μόλις μία φορά. Προτιμούσε τον Ιανουάριο, διάστημα κατά το οποίο διεξάγεται το πρώτο γκραν σλαμ κάθε έτους, να πηγαίνει... διακοπές! Και μια λεπτομέρεια: φορώντας κορδέλα στα μαλλιά, λάνσαρε νέα μόδα!
Αναμφίβολα, μερίδιο στην επιτυχία ενός εκ των κορυφαίων τενιστών όλων των εποχών, ανήκει στον προπονητή του, Λέναρτ Μπέργκελιν. Βεβαίως, πάνω από όλα θα πρέπει να επισημάνουμε πως ο ίδιος ο Μποργκ ήταν υπόδειγμα αθλητή στις πολύωρες (έως και επτά ώρες) καθημερινές προπονήσεις.
Το 1972, σε ηλικία 15 ετών, έγινε ο νεαρότερος τενίστας που αγωνίστηκε στο κύπελλο Ντέιβις (είναι το παγκόσμιο κύπελλο Εθνικών ομάδων στο τένις). Την ίδια χρονιά κατέκτησε τον τίτλο του Γουίμπλεντον στους τζούνιορς. Το 1974 πήρε το πρώτο του μεγάλο τουρνουά, το ιταλικό όπεν. Δύο εβδομάδες αργότερα, νικώντας τον Ισπανό, Μανουέλ Οράντες με 3-2 σετ στον τελικό του Ρολάν Γκαρός, έγινε ο νεότερος τενίστας που κυριάρχησε στο παρισινό Οπεν. Ενα ρεκόρ το οποίο κατέρριψε ένας άλλος Σουηδός, ο Ματς Βιλάντερ το 1982 και εν συνεχεία ο Αμερικανός, Μάικλ Τσανγκ το 1989. Ακόμη, ο Μποργκ κατέχει ένα εκπληκτικό ρεκόρ: δεν έχασε κανέναν αγώνα στο Ντέιβις Καπ. Σε 33 αναμετρήσεις σημείωσε 33 νίκες! Οι ειδικοί του αθλήματος υποστηρίζουν πως πολύ δύσκολα θα «σπάσει» το ρεκόρ αυτό. Κατέκτησε το κύπελλο με την Σουηδία το 1975.
Ο αγώνας του που έμεινε στην ιστορία ως ένας από τους καλύτερους όλων των εποχών στην ιστορία του τένις, ήταν με αντίπαλο τον ΜακΕνρο στον τελικό του Γουίμπλεντον το 1980. Οδηγήθηκε σε πέμπτο σετ. Εκεί, ο Μποργκ με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα και με 19 άσους, επικράτησε του Αμερικανού μετά από, συνολικά 3 ώρες και 54 λεπτά. Ενα αξέχαστο παιχνίδι που είχαν την τύχη να παρακολουθήσουν και οι Ελληνες φίλαθλοι μέσω της κρατικής τηλεόρασης.
«Κουράστηκα πολύ», είχε δηλώσει ο ΜακΕνρο μετά το φινάλε της συγκλονιστικής παράστασης.
Από την πλευρά του, ο Σουηδός θα τονίσει: «Μερικές φορές, νομίζω ότι είμαι Σούπερμαν! Δεν αστόχησα ούτε σε ένα κτύπημα. Αλλωστε, πώς θα μπορούσα...».
Αλλά ο ΜακΕνρο θα πει την τελευταία λέξη: «Κανένας δεν μπορεί να νικάει πάντα. Κάποτε, θα έρθει η στιγμή που θα χάσει και ο Μποργκ, και σκοπεύω να είμαι εκεί!». Ούτε προφήτης να ήταν. Ενα χρόνο μετά θα τον νικήσει στην τελευταία επίσκεψη του Μποργκ στο Γουίμπλεντον ως αθλητή.
*Δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» στις 9 Οκτωβρίου 2010. Κείμενο του Νίκου Γαβαλά.
*Να προσθέσουμε ότι στις αρχές της δεκαετίας του '90, ο Μποργκ (εδώ σε πρόσφατη φωτογραφία, με τον Ελβετό, Ρότζερ Φέντερερ αριστερά και τον Ισπανό, Ραφαέλ Ναδάλ δεξιά) προσπάθησε να επιστρέψει αγωνιστικά στα κορτς, αλλά ανεπιτυχώς. Ο πανδαμάτωρ χρόνος, αλλά, κυρίως, η μεγάλη αποχή του από τους αγώνες, είχαν αφήσει ανεξίτηλα τα ίχνη τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου