Δύο Αφροαμερικανοί τόλμησαν, στο βάθρο των Ολυμπιακών αγώνων, να στείλουν ηχηρό
μήνυμα για τα ανθρώπινα δικαιώματα
Του Ν. Α. Κωνσταντόπουλου
Ηταν Οκτώβριος του 1968, όταν
ταραχή έπεσε στον κόσμο του αθλητισμού. Στο βάθρο των νικητών των 200μ. στους
Ολυμπιακούς Αγώνες της Πόλης του Μεξικού, δύο γαντοφορεμένοι μαύροι Αμερικανοί
κάνουν μια χειρονομία, που έμεινε αποτυπωμένη στη μνήμη όποιων την είδαν, αλλά
και είναι γνωστή ακόμη και σε ανθρώπους που δεν είχαν γεννηθεί τότε. Ο
24χρονος, Τόμι Σμιθ και ο 23χρονος, Τζον Γουέσλι Κάρλος, ενώ ανακρουόταν ο
εθνικός ύμνος των ΗΠΑ προς τιμήν του Σμιθ, σήκωναν το ένα χέρι με μαύρη
γαντοφορεμένη γροθιά. Το δεξί ο Σμιθ, το αριστερό ο Κάρλος. Και οι δύο έσκυβαν
το κεφάλι.
Ηταν μια πράξη συμβολική, που αποσκοπούσε στην ευαισθητοποίηση του κόσμου, για τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικότερα δε, των Αφροαμερικανών. Ανέβηκαν στο βάθρο χωρίς παπούτσια, αλλά με μαύρες κάλτσες, για να υποδηλώσουν τη φτώχεια των μαύρων των ΗΠΑ.
Ο Σμιθ φορούσε μαύρο μαντίλι γύρω από τον λαιμό, το οποίο υποδήλωνε την υπερηφάνεια των μαύρων. Ο Κάρλος είχε ανοικτό το μπουφάν της φόρμας, ως ένδειξη συμπαράστασης και αλληλεγγύης στους εργάτες «με τα μπλε κολάρα» των ΗΠΑ, δηλαδή τους χειρώνακτες εργάτες. Φορούσε δε, ένα περιδέραιο με χάνδρες, το οποίο, όπως είπε, ήταν «για εκείνους που λιντσαρίστηκαν ή σκοτώθηκαν και ουδείς προσευχήθηκε γι' αυτούς, για εκείνους τους οποίους κρέμασαν ή άλειψαν με πίσσα. Ηταν γι' αυτούς, που τους έριξαν από τα πλοία στη μέση των ποταμών».
Στο βάθρο βρισκόταν και ένας λευκός. Ο Αυστραλός, Πίτερ Νόρμαν. Και οι τρεις φορούσαν κονκάρδες της οργάνωσης «Ολυμπιακό Πρόγραμμα για τ' Ανθρώπινα Δικαιώματα» (OPHR). Ο Νόρμαν είχε εκφράσει την συμπαράστασή του στις ιδέες των Αμερικανών συναθλητών του, που ουδέποτε την ξέχασαν. Ετσι, όταν αυτός πέθανε στις 3 Οκτωβρίου του 2006 στη Μελβούρνη σε ηλικία 64 ετών από ανακοπή καρδιάς, πήγαν στην κηδεία του για να τον τιμήσουν και μετέφεραν το φέρετρό του.
Οι θεατές αποδοκίμασαν τους Αμερικανούς, όταν κατέβηκαν από το βάθρο των νικητών.
«Αν νικώ, είμαι Αμερικανός, όχι μαύρος Αμερικανός. Αν, όμως, κάνω κάτι κακό, θα λένε, ότι είμαι Νέγρος. Είμαστε μαύροι και είμαστε υπερήφανοι γι' αυτό. Η Μαύρη Αμερική θα κατανοήσει, τι κάναμε», δήλωσε λίγο αργότερα ο Σμιθ.
Ηταν μια πράξη συμβολική, που αποσκοπούσε στην ευαισθητοποίηση του κόσμου, για τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικότερα δε, των Αφροαμερικανών. Ανέβηκαν στο βάθρο χωρίς παπούτσια, αλλά με μαύρες κάλτσες, για να υποδηλώσουν τη φτώχεια των μαύρων των ΗΠΑ.
Ο Σμιθ φορούσε μαύρο μαντίλι γύρω από τον λαιμό, το οποίο υποδήλωνε την υπερηφάνεια των μαύρων. Ο Κάρλος είχε ανοικτό το μπουφάν της φόρμας, ως ένδειξη συμπαράστασης και αλληλεγγύης στους εργάτες «με τα μπλε κολάρα» των ΗΠΑ, δηλαδή τους χειρώνακτες εργάτες. Φορούσε δε, ένα περιδέραιο με χάνδρες, το οποίο, όπως είπε, ήταν «για εκείνους που λιντσαρίστηκαν ή σκοτώθηκαν και ουδείς προσευχήθηκε γι' αυτούς, για εκείνους τους οποίους κρέμασαν ή άλειψαν με πίσσα. Ηταν γι' αυτούς, που τους έριξαν από τα πλοία στη μέση των ποταμών».
Στο βάθρο βρισκόταν και ένας λευκός. Ο Αυστραλός, Πίτερ Νόρμαν. Και οι τρεις φορούσαν κονκάρδες της οργάνωσης «Ολυμπιακό Πρόγραμμα για τ' Ανθρώπινα Δικαιώματα» (OPHR). Ο Νόρμαν είχε εκφράσει την συμπαράστασή του στις ιδέες των Αμερικανών συναθλητών του, που ουδέποτε την ξέχασαν. Ετσι, όταν αυτός πέθανε στις 3 Οκτωβρίου του 2006 στη Μελβούρνη σε ηλικία 64 ετών από ανακοπή καρδιάς, πήγαν στην κηδεία του για να τον τιμήσουν και μετέφεραν το φέρετρό του.
Οι θεατές αποδοκίμασαν τους Αμερικανούς, όταν κατέβηκαν από το βάθρο των νικητών.
«Αν νικώ, είμαι Αμερικανός, όχι μαύρος Αμερικανός. Αν, όμως, κάνω κάτι κακό, θα λένε, ότι είμαι Νέγρος. Είμαστε μαύροι και είμαστε υπερήφανοι γι' αυτό. Η Μαύρη Αμερική θα κατανοήσει, τι κάναμε», δήλωσε λίγο αργότερα ο Σμιθ.
Ο Σμιθ (αριστερά) και ο Κάρλος μεταφέρουν το φέρετρο του Νόρμαν (κάτω). |
Ο κοινωνιολόγος, Χάρι Εντουαρντς, ιδρυτής της OPHR, είχε παρακινήσει τους μαύρους αθλητές να μποϊκοτάρουν τους αγώνες. Οι πράξεις του Σμιθ και του Κάρλος ήταν εμπνευσμένες από τις προτροπές του Εντουαρντς.
Και οι δύο Αμερικανοί σκόπευαν να πάνε στον αγώνα μ' ένα ζευγάρι μαύρα γάντια ο καθένας, αλλά ο Κάρλος ξέχασε το δικό του. Ηταν ο Νόρμαν, που του πρότεινε να φορέσει το αριστερό γάντι του Σμιθ. Γι' αυτό σήκωσε το αριστερό χέρι, και όχι το δεξί, που ήταν ο παραδοσιακός χαιρετισμός της «Μαύρης Δύναμης».
Πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής ήταν ο Αμερικανός, Εϊβερι Μπράντεϊτζ, που θεώρησε, ότι η πράξη των δύο αθλητών ήταν εσωτερικό πολιτικό ζήτημα, αταίριαστο στους απολιτικούς Ολυμπιακούς Αγώνες. Διέταξε τους υπεύθυνους της ομάδας των ΗΠΑ, να διώξουν τους αθλητές. Οταν η Ολυμπιακή Επιτροπή των ΗΠΑ αρνήθηκε, ο Μπράντεϊτζ απείλησε ν' αποκλείσει όλη την ομάδα στίβου της χώρας. Κατόπιν αυτού, οι δύο αθλητές εκδιώχθηκαν.
Ενας εκπρόσωπος της ΔΟΕ δήλωσε: «Ηταν βίαιη παραβίαση των θεμελιωδών αρχών του Ολυμπιακού Πνεύματος». Ο Μπράντεϊτζ, που ήταν πρόεδρος της Ολυμπιακής Επιτροπής των ΗΠΑ το 1936, δεν διαμαρτυρήθηκε κατά του ναζιστικού χαιρετισμού στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου. Ο χαιρετισμός των Ναζί ήταν τότε ο εθνικός χαιρετισμός κι έτσι έγινε αποδεκτός σε αγώνες εθνών, ενώ ο χαιρετισμός των αθλητών δεν ήταν ενός έθνους. Γι' αυτό θεωρήθηκε μη αποδεκτός.
Σε πρόσφατη ομιλία του, ο Σμιθ ρωτήθηκε, τι σκεπτόταν πριν ν' ανέβει στο βάθρο το 1968.
«Προσευχόμουν», είπε. Και μια άλλη φορά δήλωσε: «Δεν ήμασταν αντίχριστοι. Ημασταν άνθρωποι, που θελήσαμε να τραβήξουμε την προσοχή στην ανισότητα στη χώρα μας».
Η πράξη τους δίχασε την αμερικανική κοινωνία
Η ζωή ήταν παράξενη για τον Τόμι Σμιθ. Γεννήθηκε στις 6 Ιουνίου του 1944 στην Κλάρκσβιλ του Τέξας και ήταν το έβδομο από τα 12 παιδιά της οικογένειάς του. Μικρός κινδύνευσε να πεθάνει από πνευμονία, αλλά επέζησε και, όπως λέει ο ίδιος, αυτό του επέτρεψε να κάνει τη δουλειά, την οποία ο Θεός είχε προδιαγράψει γι' αυτόν. Η ζωή, πάλι, τα έφερε έτσι, ώστε μόλις λίγες ημέρες πριν από τη συμπλήρωση 42 ετών από εκείνη την ιστορική ημερομηνία, την 16η Οκτωβρίου 1968, να γίνει γνωστή μια δυσάρεστη είδηση: Ο Τόμι Σμιθ αποφάσισε να βγάλει σε δημοπρασία το χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο, μαζί με ένα ζευγάρι παπούτσια «καρφιά» (σπάικς), με τιμή εκκίνησης το ποσό των 250.000 δολαρίων (περίπου 178.000 ευρώ).
Ο Σμιθ τερματίζει θριαμβευτικά, ενώ ο Κάρλος (259) έρχεται 3ος. |
Η πράξη τους δέχθηκε αυστηρή κριτική από πολλούς. Το περιοδικό «Τάιμ» κυκλοφόρησε με τους πέντε κύκλους του Ολυμπιακού σήματος και αντί ν' αναγράψει το «Ταχύτερα, Υψηλότερα, Δυνατότερα», έγραψε «Πιο θυμωμένα, Πιο απαίσια, Πιο Ασχημα». Οσοι διαφώνησαν με την ενέργεια των αθλητών, είπαν, ότι αυτοί εξευτέλισαν όλους τους Αμερικανούς. Ο Σμιθ και ο Κάρλος κινδύνευσαν ακόμη και με κακοποίηση, ενώ οι ίδιοι και μέλη των οικογενειών τους δέχθηκαν απειλές θανάτου. Υπήρξαν, όμως και υποστηρικτές, οι οποίοι επαίνεσαν τη γενναιότητά τους. Μάλιστα, ο Σμιθ έλαβε την τιμητική διάκριση «Θάρρος της Συνείδησης» από το Αβαείο της Ειρήνης, στο Σέρμπορν της Μασαχουσέτης.
Ο Σμιθ μετά τους Ολυμπιακούς του Μεξικού, συνέχισε τον αθλητισμό, ασχολούμενος επί τρία χρόνια με το αμερικάνικο ποδόσφαιρο (το αμέρικαν φούτμπολ, αντίστοιχο του ράγκμπι). Το 1978 έγινε μέλος του «Χολ οφ Φέιμ» του στίβου των ΗΠΑ και το 1996 του «Χολ οφ Φέιμ» του Μαύρου Αθλητισμού της Καλιφόρνιας. Το 1999 έλαβε από αυτή την οργάνωση, το βραβείο «Αθλητής του Αιώνα». Τέσσερα χρόνια νωρίτερα ήταν μέλος της προπονητικής ομάδας της εθνικής των ΗΠΑ στο παγκόσμιο πρωτάθλημα κλειστού στίβου της Βαρκελώνης (Ισπανία). Αλλά και στον νέο αιώνα ο Σμιθ έλαβε τιμητικές διακρίσεις. Την περίοδο 2000-1, η Κομητεία του Λος Αντζελες και η Πολιτεία του Τέξας τού απένειμαν βραβεία.
Και στην εξωαγωνιστική σταδιοδρομία του διακρίθηκε. Σπούδασε Κοινωνικές Επιστήμες και, επίσης, Στρατιωτική Επιστήμη και Φυσική Αγωγή. Εκανε μεταπτυχιακό στην Κοινωνιολογία. Εγινε βοηθός καθηγητής Φυσικής Αγωγής στο κολέγιο Ομπερλιν στο Οχάιο. Δίδαξε Κοινωνιολογία του Αθλητισμού, προπόνησε ομάδες στον στίβο, στο αμέρικαν φούτμπολ και στο μπάσκετ και εργάσθηκε ως αθλητικός διευθυντής. Εγινε και επίτιμος δόκτωρ του πανεπιστημίου του Σαν Χοσέ. Το 2005 συνταξιοδοτήθηκε από το κολέγιο της Σάντα Μόνικα, όπου δίδαξε και προπόνησε επί 27 έτη.
Παρότι είναι, πλέον, αξιοσέβαστο μέλος των κοινωνίας των ΗΠΑ, υπάρχουν ακόμη ουκ ολίγοι Αμερικανοί, που θεωρούν ότι η πράξη του Σμιθ και του Κάρλος έδειχνε έλλειψη σεβασμού.
«Γιατί
να συμβαίνει αυτό, αφού θεωρούμαστε πολιτικώς ορθοί, όταν δείχνουμε κατανόηση
στις πολιτιστικές διαφορές; Μπορούμε να κοιτάξουμε πίσω στην κατάσταση των
πολιτικών δικαιωμάτων του 1968 και να πούμε σ' εκείνους τους νεαρούς μαύρους
Αμερικανούς, ότι δεν είχαν δικαίωμα να διαλέξουν ένα παγκόσμιο βήμα για να
διαμαρτυρηθούν για την απάνθρωπη μεταχείριση των μαύρων και άλλων μειονοτήτων;
Κι αν είναι έτσι, έχουμε μετά το δικαίωμα να διαμαρτυρόμαστε για απάνθρωπες
συνθήκες σε άλλες χώρες; Αν είχαν επιλέξει να ενώσουν τα χέρια και να
προσευχηθούν, ενώ έκλιναν το κεφάλι, πάλι θα είχαν παρεξηγηθεί;», γράφει, σε
τρίτο πρόσωπο, ο Σμιθ στην προσωπική του ιστοσελίδα.
*Δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» στις 23 Οκτωβρίου 2010.
*Δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» στις 23 Οκτωβρίου 2010.
* Ο Σμίθ και ο Κάρλος στις 16 Ιουλίου του 2008 τιμήθηκαν με το βραβείο
Ο Σμιθ (αριστερά) και ο Κάρλος με το βραβείο «Αρθουρ Ας» |
Στις 10 Οκτωβρίου του 2011, ο Κάρλος μίλησε και ύψωσε την γροθιά του στο «Occupy Wall Street, όπου» τόνισε:
«Σήμερα είμαι εδώ για εσάς. Γιατί; Επειδή είμαι εσείς. Είμαστε εδώ 43 χρόνια αργότερα διότι υπάρχει ακόμη μία μάχη να κερδηθεί. Αυτή η μέρα δεν είναι για εμάς, αλλά για τα παιδιά μας, που θα έλθουν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου